Με γνωμοδότησή του το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής αντιτείνει την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας έναντι των διατάξεων νόμου του ΥΠΕΚΑ, που τείνει προς την κακοποίηση ή ακόμη και την κατάργηση των ρεμάτων.
Ειδικότερα, στη γνωμοδότηση αναφέρονται τα εξής από τη νομολογία του ΣτΕ:
Το κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα ρέματα στη φυσική τους κατάσταση διασφαλίζοντας τη λειτουργία τους ως οικοσυστημάτων και επιτρέποντας μόνον τα απολύτως αναγκαία τεχνικά έργα ώστε να επιτυγχάνεται η επιτελούμενη από αυτά ελεύθερη ροή των υδάτων “αποκλειομένης κάθε αλλοίωσης της φυσικής τους κατάστασης με επίχωση ή κάλυψη της κοίτης τους, ή τεχνική επέμβαση στα σημεία διακλαδώσεώς τους”.
Η επικύρωση του καθορισμού των οριογραμμών υδατορέματος “πρέπει να γίνεται με Προεδρικό Διάταγμα, όχι μόνον όταν το προς οριοθέτηση τμήμα του υδατορέματος ευρίσκεται σε αρχαιολογικό χώρο ή παραδοσιακό οικισμό, αλλά και στις περιπτώσεις που ευρίσκεται σε περιοχές ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος όπως οι Natura 2000″.
Επιπλέον, το Επιστημονικό Συμβούλιο εκφράζει τον προβληματισμό του για τη συνταγματικότητα της διάταξης, με την οποία επιτρέπεται εξαίρεση από την οριοθέτηση των μικρών ρεμάτων, ενώ καθιστά σαφές ότι η ένταξη των ρεμάτων σε πολεοδομική ρύθμιση γίνεται μόνο όταν το επιβάλλουν οι ανάγκες ευρύτερου πολεοδομικού σχεδιασμού και μόνον όταν διασφαλίζεται η φυσική του λειτουργία.
Επίσης, αναφορά γίνεται και στις τροπολογίες που συμπεριλήφθηκαν στον νόμο. Μεταξύ αυτών η τροπολογία που παρατείνει τη λειτουργία παράνομων λατομείων σε δασικές, ακόμη και διακατεχόμενες εκτάσεις, παγώνοντας κάθε πράξη της διοίκησης η οποία έχει εκδοθεί για την προστασία της έκτασης.
Άλλη διάταξη για τις περιπτώσεις ακυρωμένων σχεδίων, τοπικών ρυμοτομικών κ.λπ., λέει ότι “ξαναζωντανεύουν” με Προεδρικά Διατάγματα και με το ίδιο περιεχόμενο που εκδόθηκαν αρχικά.
Ωστόσο, πριν θεσμοθετηθεί το Π.Δ., οικοδομικές άδειες οι οποίες έχουν εκδοθεί “θεωρούνται νόμιμες και ισχυρές και εκτελούνται νομίμως οι οικοδομικές εργασίες που προβλέπονται σε αυτές”.