Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εισέρχεται στο νέο πολιτικό κύκλο με μια σαφή στρατηγική: επαναδιεκδίκηση της εξουσίας με φόντο την οικονομική σταθερότητα και τη μετάβαση από τα έκτακτα επιδόματα της πρώτης τετραετίας σε μόνιμες, θεσμικές παροχές.
Το σύνθημα «τα καλύτερα έρχονται» δεν είναι τυχαίο· συνιστά πολιτικό εργαλείο προσδοκιών και ταυτόχρονα αναφορά στην κλασική προεκλογική συνταγή του ΠΑΣΟΚ του ’80, με σκοπό να κεφαλαιοποιηθεί η ψήφος εμπιστοσύνης του 2023.
Η οικονομία είναι το πεδίο όπου ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι διατηρεί το στρατηγικό πλεονέκτημα, και αυτό φροντίζει να το υπενθυμίζει διαρκώς. Οι πρώτες στοχευμένες παροχές προς ενοικιαστές και χαμηλοσυνταξιούχους προϊδεάζουν για ένα πιο διευρυμένο κοινωνικό μέρισμα σταδιακά, με έμφαση στη μεσαία τάξη και τα παραγωγικά στρώματα.
Επικοινωνιακή επανεκκίνηση μετά τα Τέμπη
Η τραγωδία των Τεμπών άφησε βαθύ αποτύπωμα στην κυβέρνηση και την κοινωνία. Τρεις μήνες αμυντικής πολιτικής φαίνεται να αντικαθίστανται πλέον από μια επιθετική επανατοποθέτηση στην πολιτική ατζέντα. Ο πρωθυπουργός εκτιμά πως η κυβέρνηση βγαίνει από την περίοδο κρίσης με μικρότερες απώλειες απ’ ό,τι αρχικά υπολογιζόταν – γεγονός που του επιτρέπει να επαναφέρει τη συζήτηση σε θετικές προοπτικές.
Η επανεκκίνηση αυτή δεν είναι μόνο επικοινωνιακή. Είναι πολιτικά σχεδιασμένη ώστε να απευθυνθεί στο ίδιο εκλογικό σώμα που εξασφάλισε τη νίκη του 2023, με νέες δεσμεύσεις και καθαρές υποσχέσεις μακράς πνοής, όπως η μείωση φορολογίας και η σταθερή ενίσχυση των ένστολων.
Καθαρό σήμα για τρίτη θητεία και εσωκομματική πειθαρχία
Η δήλωση του πρωθυπουργού ότι θα είναι ξανά υποψήφιος για την ηγεσία της χώρας στις επόμενες εκλογές κλείνει κάθε εσωκομματικό παράθυρο αμφισβήτησης. Πρόκειται για πολιτική πράξη που εξυπηρετεί πολλαπλούς σκοπούς: διασφαλίζει τη συνοχή στο εσωτερικό της ΝΔ, «παγώνει» την κινητικότητα υποψήφιων δελφίνων και επανασυσπειρώνει τους κοινοβουλευτικούς και οργανωτικούς μηχανισμούς του κόμματος.
Η παρουσία του Κωστή Χατζηδάκη στο Μέγαρο Μαξίμου, σε ρόλο πολιτικού ρυθμιστή, φαίνεται να ενισχύει τη λειτουργικότητα της κυβέρνησης και να μειώνει τις επικοινωνιακές αστοχίες των προηγούμενων μηνών. Η κυβερνητική συνοχή προβάλλεται πλέον ως προϋπόθεση για τη διεκδίκηση της αυτοδυναμίας.
Αντιπολίτευση σε φάση ανασύνταξης και εσωστρέφειας
Ο σχεδιασμός Μητσοτάκη ευνοείται από την αδυναμία της αντιπολίτευσης να παρουσιάσει πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ, παρά την εκλογική ανάκαμψη, βυθίζεται ξανά στην εσωστρέφεια, ενώ η Πλεύση Ελευθερίας δείχνει να αδυνατεί να μετασχηματιστεί από κόμμα διαμαρτυρίας σε κόμμα εξουσίας.
Η στοχευμένη επίθεση του πρωθυπουργού προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, την οποία χαρακτήρισε «θηλυκό Βαρουφάκη», ανασύρει μνήμες του 2015 και επιχειρεί να ξανασυσπειρώσει τη μεσαία τάξη γύρω από την ασφάλεια της κυβερνητικής εμπειρίας, μακριά από «ανεύθυνους πειραματισμούς».
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, παραμένει εγκλωβισμένος στη δική του κρίση ταυτότητας και στρατηγικής. Με ποσοστά σε ελεύθερη πτώση και αποδυναμωμένη κοινοβουλευτική παρουσία, δεν φαίνεται να αποτελεί σοβαρή απειλή για την πρωτοκαθεδρία της ΝΔ.
Το βλέμμα στο 2027 και τα σενάρια εκλογών
Κομβικό στοιχείο στη στρατηγική Μητσοτάκη αποτελεί η ελληνική προεδρία της Ε.Ε. το δεύτερο εξάμηνο του 2027. Ο ίδιος προτάσσει τη συνέχεια και την εμπειρία ως εχέγγυα για να εκπροσωπηθεί η χώρα με κύρος στο ευρωπαϊκό στερέωμα.
Παράλληλα, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ακόμα και για τριπλές εκλογές, εφόσον η αυτοδυναμία δεν καθίσταται εφικτή με την πρώτη. Οι προσεχείς δημοσκοπήσεις και η διαχείριση του κοινωνικού μετώπου θα είναι οι καθοριστικοί παράγοντες που θα δείξουν αν η ΝΔ μπορεί να ξεπεράσει εκ νέου το κρίσιμο φράγμα του 30%.