Σταθερά χαμηλή η χρηματοδότηση των δήμων το 2020, εξ αιτίας της παραγωγής υψηλών πλεονασμάτων

Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τα οικονομικά της Αυτοδιοίκησης σύμφωνα με το προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2020.

Σύμφωνα με όσα καταγράφονται σε έκθεση της ΚΕΔΕ για το προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2020 και τις προβλέψεις του για την Τοπική Αυτοδιοίκηση:

Οι επιχορηγήσεις (ΚΑΠ) παραμένουν σταθερά χαμηλές, παρά την πρόβλεψη του Μεσοπρόθεσμου για αύξηση των αποδιδόμενων πόρων στην Αυτοδιοίκηση το 2020 σε σχέση με το 2019 κατά 234 εκ. ευρώ.

Περιορίζεται δραστικά το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και άρα η χρηματοδότηση των τεχνικών προγραμμάτων των δήμων.

Διατηρείται η υποχρέωση των δήμων για παραγωγή πλεονασμάτων, η οποία θα προκύπτει κυρίως από την αύξηση των ανταποδοτικών εσόδων των δήμων.

Διατηρείται η υποχρέωση των δήμων να συγκεντρώνουν τα διαθέσιμα πλεονάσματα στον Ενιαίο Λογαριασμό Θησαυροφυλακίου.

Αντιθέτως δεν υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη για την επιστροφή παρακρατηθέντων πόρων προηγούμενων ετών, ενώ στην πράξη εξακολουθεί η αυθαίρετη εφαρμογή του Ν. 3852/2010.

Επίσης, η Αυτοδιοίκηση μένει εκτός των αναπτυξιακών και κοινωνικών παρεμβάσεων της κυβέρνησης.

Αναλυτικότερα σύμφωνα με την σχετική έκθεση της ΚΕΔΕ:

Οι ΚΑΠ παραμένουν σταθεροί, η αύξηση που προβλέπεται στις μεταβιβάσεις της κεντρικής κυβέρνησης οφείλονται σε άλλους παράγοντες (13η σύνταξη, δικαστικές αποφάσεις, ΕΦΚΑ) και όχι σε αύξηση των ΚΑΠ.

Οι προτιθέμενες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, οι τρέχουσες και λοιπές κεφαλαιουχικές μεταβιβάσεις εμφανίζονται μεν αυξημένες το 2020, έναντι του 2019, αλλά αυτό οφείλεται στην προβλεπόμενη αύξηση των ροών των συγχρηματοδοτουμένων προγραμμάτων και όχι σε αύξηση των κρατικών επιχορηγήσεων.

«Η παγίωση στο ποσό του περσινού Κρατικού Προϋπολογισμού των ΚΑΠ αποδεικνύει τη συνέχιση της πολιτικής αυθαίρετης εφαρμογής των ΚΑΠ ακόμα και ως προς τη σύνθεση τους, με την μη πχ, ένταξη σε αυτούς, των φορολογικών εσόδων από Παρελθόντα Οικονομικά Έτη (Π.Ο.Ε.)», τονίζεται στην έκθεση.

Σε ότι αφορά τα ειδικά τα παρακρατηθέντα, η ΚΕΔΕ σημειώνει ότι το ύψος τους «έχει ήδη λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Για το λόγο αυτό είναι επιτακτική η ανάγκη της άμεσης έναρξης των διαπραγματεύσεων, με στόχο την αποπληρωμή τους».

Αν και με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2019-2022, που έχει ψηφιστεί από τη Βουλή, προβλέπεται ότι οι αποδιδόμενοι πόροι στην ΤΑ θα αυξηθούν το 2020, κατά 234 εκατ. , σε σχέση με αυτούς του 2019, «η αύξηση αυτή δεν εμπεριέχεται στο Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2020».

Αντιθέτως, υπογραμμίζει η έκθεση της ΚΕΔΕ, «συνεχίζεται η παράλογη απαίτηση δημιουργίας πλεονασμάτων που στο βασικό σενάριο ανέρχονται σε 49 εκατ. € και σε αυτό με ενσωματωμένες τις παρεμβάσεις σε 194 εκατ. €. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: αφού οι επιχορηγήσεις δεν αυξάνουν, οι δαπάνες παραμένουν σχετικά σταθερές πως θα δημιουργηθούν αυτά τα πλεονάσματα; Η απάντηση που δίνει το προσχέδιο είναι με αύξηση των φορολογικών, κυρίως των ανταποδοτικών, εσόδων των ΟΤΑ».

Απούσα είναι επίσης η Αυτοδιοίκηση και από τις αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης.

Σύμφωνα με την έκθεση: «Στις αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις της Κυβέρνησης ανήκουν πολιτικές για την οικογένεια και την υπογεννητικότητα, για τα φυσικά πρόσωπα, για τις επιχειρήσεις, για την οικοδομική δραστηριότητα.

Υπενθυμίζεται ότι η απουσία της ΤΑ από τους τομείς αυτούς αποτελεί ευρωπαϊκή πρωτοτυπία. Ο λόγος που τα ευρωπαϊκά κράτη επιλέγουν η ανάπτυξη και κυρίως οι πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας να ανήκουν στην ΤΑ είναι ότι ανάπτυξη χωρίς αποκέντρωση δεν υπάρχει όπως και ότι η αποτελεσματικότερη κοινωνική προσφορά επιτυγχάνεται με την εγγύτητα στον πολίτη και το πρόβλημα.

Σε ότι αφορά το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, μέρος του οποίου πηγαίνει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην έκθεση διαπιστώνεται ότι το άμεσο μέλλον του προβλέπεται ζοφερό, καθώς η εκτέλεση του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ φέτος, αναμένεται να είναι κατά 20% μικρότερη από ότι προέβλεπε ο Κρατικός Προϋπολογισμός 2019 και θα είναι μειωμένο κατά το ¼ σε σχέση με το 2019.

«Σε μία χώρα που έχει υποφέρει, επί σειρά ετών, από την ύφεση το ζητούμενο είναι η ανάκαμψη και ανάπτυξη. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς επενδύσεις. Όπως φαίνεται και από το παραπάνω γράφημα αντί να μειώνεται, αυξάνεται σε αυτό τον τομέα, η διαφορά με το μέσο όρο της ΕΕ ή της Ευρωζώνης.

Είναι σημαντικό ότι στο Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2020 αξιολογείται ως σημαντική αναπτυξιακή πολιτική (σελ. 18) η αξιοποίηση του εργαλείου των δημοσίων επενδύσεων. Εξάλλου είναι γνωστό ότι για να προσκληθούν ιδιωτικές επενδύσεις θα πρέπει να έχουν προηγηθεί δημόσιες».

Προτάσεις

Η ΚΕΔΕ, επαναλαμβάνοντας τις πάγιες θέσεις της, στον Κρατικό Προϋπολογισμό 2020 προτείνει να συμπεριληφθούν:

Πλήρης εφαρμογή του Ν. 3852/2010

  • Άμεση έναρξη των διαπραγματεύσεων και πρόβλεψη, στον ΚΠ 2020, κατανομής της πρώτης δόσης των παρακρατηθέντων.
  • Εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ, με ισοσκελισμένους και όχι πλεονασματικούς προϋπολογισμούς των δήμων.
  • Γενναία αύξηση του ΠΔΕ με συμμετοχή σε αυτό της ΤΑ ανάλογη με αυτή των Ευρωπαϊκών κρατών.
  • Συνέχιση, επιτάχυνση των διαδικασιών και ενίσχυση με νέους πόρους και αντικείμενα του Προγράμματος «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ». Για τη αντικειμενική και αποτελεσματική λειτουργία του Προγράμματος κρίνεται απαραίτητη η συμμετοχή της ΚΕΔΕ στη διαχείριση του, με τη δημιουργία Επιτροπής Παρακολούθησης στην οποία η ΚΕΔΕ θα έχει ισχυρή παρουσία.
  • Μείωση των επιτοκίων δανεισμού των δήμων, από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία θα ισχύσει και για τα νέα αλλά και για τα υπάρχοντα δάνεια.

Υπενθυμίζεται ότι το ΤΠΔ μείωσε το επιτόκιο καταθέσεων αλλά το επιτόκιο χορηγήσεων το κράτησε σταθερό.

Το επιτόκιο 4,1% αντιστοιχούσε σε διαφορετική συγκυρία της Ελληνικής οικονομίας και του κόστους δανεισμού της. Η διαφορά του κόστους που «αγοράζει» χρήμα το ΤΠΔ και της τιμής που το «πουλάει» στους δήμους, δεν δικαιολογείται μόνο από τα διαχειριστικά του έξοδα.

Πηγή αναδημοσίευσης