Μιχάλης Χριστοδουλίδης, “τρέξετε μμάτια” / Κριτική

Η λυρική ποίηση δεν διδάσκεται, εν αντιθέσει με το έπος το οποίον εκλογικεύεται, γίνεται εικόνα, αναλύεται, χρησιμοποιείται.

Ο «στρατιώτης ποιητής», ίδιον της… φουτουριστικής αντίληψης για τη βία που αισθάνεται, δεν ευδοκίμησε στο ιστορικό προτσές (για να θυμηθώ την παλαιά διάλεκτο των αμφιθεάτρων).

Όποιος ρίχνεται στη μάχη για δίκαια ή άδικα –δεν έχει, τώρα, σημασία– βλέπει τον ήλιο της δύσης σαν στόχο, το ουράνιο τόξο σαν την καμπύλη της τροχιάς ενός πυραύλου, τη νύχτα σαν μια διαρκή ρωσική ρουλέτα… Πράττει, τέλος πάντων, ό,τι η πατρίδα τον προστάζει!

Απεναντίας, ο «λιποτάκτης ποιητής», εκείνον που εξύμνησε ο Τάκης Κανελλόπουλος στην «Εκδρομή», είναι ό,τι χαλάει τη συνταγή· ένας απόβλητος, ένας απεργοσπάστης του πολέμου.

Ο Λορέντζος Μαβίλης γράφει το τελευταίο σονέτο του στις πλαγιές τού Δρίσκου. Άγνωστον αν θέλησε να το τελειώσει…

Στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ “War War War” του Country Joe McDonald, εικονίζεται ένα γράμμα του πατέρα του από το μέτωπο τού Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αρχίζει ως εξής: “Somewhere in France, 1918. Dear wife…”…

Δεν ξέρω γιατί τα τραγούδια του Μιχάλη Χριστοδουλίδη, από το άλμπουμ «Η Καρδιά μου Πεθυμώντα» [ΕΜΙ, 2000], με οδήγησαν σε τέτοιου τύπου συνειρμούς. Ίσως επειδή στις σκάντζες της πιο αντιποιητικής τέχνης, της τέχνης του πολέμου, ενεδρεύει πολλάκις ένας βαθύτατος λυρισμός, που αλλάζει άρδην το τοπίο.

Ο άγνωστος κύπριος ποιητής του 16ου αιώνα, τους στίχους του οποίου μετέτρεψε σε θεσπέσια τραγούδια ο Χριστοδουλίδης (για κάποια παλαιότερα άλμπουμ του, τις παρισινές libraries recordings, δείτε αυτήν την ανάρτηση http://is.gd/TWQcxv) έζησε σε μιαν εποχή απροστάτευτη, φυσικά, από το λεγόμενο διεθνές δίκαιο. Η πατρίδα του, έρμαιο στις διαθέσεις των κατακτητών, γνώρισε μέσα από τη σύγκρουση το πολιτισμικό της είναι· εκείνο που κρατήθηκε όρθιο έως στις μέρες μας μέσω του μοναδικού δεσμού – τής γλώσσας. Πεντακόσια χρόνια αργότερα οι δοκιμασίες δεν διαφέρουν.

Ποιος μπορεί να μεμφθεί τον Φράγκο ή τον Οθωμανό κατακτητή του ύστερου Μεσαίωνα; Ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει για καταπάτηση των κανόνων του δικαίου, όταν το δίκαιο συμβάδιζε επί αιώνες μόνο με την κλαγγή των όπλων;

Οι αρχές της διεθνούς νομιμότητας ετέθησαν πολύ αργότερα. Αλλά σήμερα; Εποχή κατά την οποίαν υποτίθεται πως λειτουργούν ευαισθησίες, δημοκρατικά φρονήματα και δικαιώματα, που οδηγούμαστε; Σε μία κατά το δοκούν αντίληψη του «δικαίου», την οποίαν περιφέρουν ορισμένοι διεθνώς ως κοροϊδία. Ο «νέος Μεσαίωνας» είναι κυριολεξία.

Ο άγνωστος κύπριος ποιητής στρέφει την πλάτη του στην πολεμική βία. Περαιτέρω, δεν τον ενδιαφέρει να καταγγείλει. Δεν τον ενδιαφέρει να διδάξει ή να σωφρονίσει. Τραγουδά για τις χαρές ή και για τις πίκρες της ζωής, δίνοντας θετική προοπτική, προσφέροντας χώρο στον έρωτα και την αγάπη. Γράφει κάπου: «Παρά να ζω θλιμμένος/ Κάλλιον στην γην στο χώμαν/ Σκουλλισμένος». Σ’ αυτό το τρίστιχο περικλείεται το πλήρες νόημα τούτων των υπέροχων στροφών (βασικά, οι όψεις των ατελέσφορων ερώτων), που μεταφέρουν για πρώτη φορά στον ελληνικό λόγο φανερές επιρροές από την ποίηση του Πετράρχη (όπως επισημαίνει στο ένθετο η επιμελήτρια Θέμιδα Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου).

Μιχάλης ΧριστοδουλίδηςΟ συνθέτης Χριστοδουλίδης χρησιμοποιεί στοιχεία από την ευρωπαϊκή μουσική της εποχής και προσαρμόζοντάς τα πάνω στους παραδοσιακούς ρυθμούς της Κύπρου, επιτυγχάνει να μεταφέρει αυτούσιο το πλούσιο λυρικό απόθεμα των στίχων. Το μελωδικό μέρος, όλων ανεξαιρέτως των τραγουδιών, είναι εντυπωσιακό. Το «Γιατί κυρά μου» φερ’ ειπείν είναι απίθανο. Ένα από τα ωραιότερα ελληνικά τραγούδια που έφθασαν ποτέ στ’ αυτιά μου.

Το ίδιο ισχύει και για το «Τρέξετε μμάτια» (τα δύο «μ» δεν είναι λάθος), το «Ζωντανόν με δυο θανάτους», το «Αγαπώ σε», το «Ποια παραπόνηση», το «Δια σημάδιν έχω λιόντα»… (Αυτό το τελευταίο το έχω απολαύσει και σε μιαν άλλη μελοποίηση, καθώς περιλαμβάνεται στο άλμπουμ του Ανδρέα Ρούσση «Εγκόλπιο» που είχε κυκλοφορήσει από τη Lyra το 1997).

Συντείνει φυσικά η ενορχήστρωση του Μιχάλη Χριστοδουλίδη, όπως και οι μουσικοί που την υποστηρίζουν (Θανάσης Ζέρβας, Μαρία Μαζαράκη φλάουτα, Πασχάλης Πλησής όμποε, Δημήτρης Ζουμπούλης βιόλα, μαντολίνο, Στέλλα Κυπραίου κλασική κιθάρα, Νίκος Σακκάς, Αριστείδης Χατζησταύρου ακουστικές κιθάρες, Ηλίας Λυμπερόπουλος, Άρης Σκληρός κοντραμπάσο, Γιώργος Κοντογιώργης μαντολίνο, τζουράς, Μαριλίζα Παπαδούρη βιολοντσέλο, Στέλιος Ζαχαρίου κρουστά), αλλά η αποκάλυψη του άλμπουμ είναι ο τραγουδιστής Δώρος Δημοσθένους. Έξοχος! Άψογη άρθρωση, τέλειοι χρωματισμοί, ερμηνείες υψηλοτάτου επιπέδου.

Αντιθέτως, κατώτερη τής περιστάσεως εμφανίζεται η Αλίκη Καγιαλόγλου. Η γνωστή τραγουδίστρια δεν βρέθηκε στην καλύτερή της φόρμα. Κρίμα για έναν τέτοιο δίσκο –με τα ωραιότερα medieval folk κομμάτια που ηχογραφήθηκαν ποτέ στον τόπο μας– και ακόμη πιο κρίμα, από τη στιγμή που δεν υπάρχει τίποτα απ’ αυτόν στο δίκτυο…

Φώντας Τρούσας

Π η γ ή