«Μαζέψτε γρήγορα ότι υπάρχει πάνω στα θρανία. Μαζέψτε τα βιβλία σας και τα τετράδιά σας και βγάλτε ένα στυλό και μία κόλλα χαρτί. Θα γράψετε πρόχειρο διαγώνισμα εφ’ όλης της ύλης.
Όποιος έχει οτιδήποτε άλλο επάνω στο θρανίο, θα πάρει μονάδα και απουσία». Αιφνιδιασμός και απόλυτη σιγή. Αν κάποιος είχε καλή ακοή ίσως μπορούσε ν’ ακούσει το ντούκου –ντούκου της καρδιάς του διπλανού του.
Τη δική του την καρδιά, την ένιωθε ν’ ανεβοκατεβαίνει στο στήθος του, ακόμη κι αν ήταν ο καλύτερος μαθητής της τάξης. Αυτά συνέβαιναν στη …μακρινή δεκαετία του ‘60. Τότε που φορούσαμε τις μπλε ποδιές, το σήμα του Γυμνασίου και τις άσπρες κορδέλες στα μαλλιά.
Τότε που οι συμμαθητές μας κυκλοφορούσαν με το πηλήκιο, στο οποίο δέσποζε η κουκουβάγια, σύμβολο της γνώσης και της σοφίας. Αλίμονο στον μαθητή, που θα κυκλοφορούσε ακόμη και το απόγευμα, εκτός σχολείου χωρίς πηλήκιο.
Εισέπραττε ένα μεγαλόπρεπο «αποβολή και αύριο με τον κηδεμόνα σου». Για τις ώρες του σχολείου, δεν το συζητάμε καν. Ένας φίλος από εκείνη την εποχή μου έλεγε, «πρώτα φορούσα το πηλήκιο και μετά το παντελόνι μου».
Κάθε Κυριακή, οπωσδήποτε εκκλησία και κατηχητικό. Απαραιτήτως όλοι στην παρέλαση των Εθνικών μας εορτών. Όσο για βαθμολογία «το είκοσι ήταν του Θεού, το δεκαεννιά του Χριστού, το δεκαοκτώ του καθηγητή και το δεκαεπτά του μαθητή. Και όχι βέβαια, από την αρχή της χρονιάς. Στο τέλος και εθεωρείτο γεγονός. Ήταν το άριστα της εποχής. Τώρα τα εικοσάρια πέφτουν βροχή.
Μόνο που δεν έχουν αντίκρισμα. Από την προηγούμενη μέρα, οι καθηγητές ενημερώνουν τα παιδιά για το διαγώνισμα της επομένης, το οποίο θα είναι στο μάθημα της ημέρας. Μετά το διαγώνισμα, ανακοινώνονται οι βαθμοί.
Όσοι έχουν γράψει κάτω από τη βάση, υπάρχει η δεύτερη ευκαιρία. «Διαβάστε να σας εξετάσω αύριο». Αν είναι δυνατόν! Αποτέλεσμα; Σε κάποιο σχολείο των Αμπελοκήπων, σε διαγωνιστικό τεστ, στην ερώτηση αν «γυρίζει ο ήλιος γύρω από τη γη ή η γη γύρω από τον ήλιο», οι απαντήσεις ήταν «δεν είμαι σίγουρος», «δεν θυμάμαι», «πάει πολύς καιρός που το διδαχθήκαμε»…
Κατά τα άλλα, οι καταλήψεις γράφουν ιστορία και τα φροντιστήρια γράφουν καινούργιους μαθητές στις τάξεις τους. Τότε τα φροντιστήρια, λειτουργούσαν μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες για τους μετεξεταστέους και μόνο στα μαθηματικά, τη φυσική και τη χημεία. Σε λίγο όπως πάμε, θα κλείσουν εντελώς τα σχολεία και θα λειτουργούν τα φροντιστήρια σε μόνιμη βάση.
Αλλά μήπως τώρα έτσι δεν λειτουργούν; Αυτή τη στιγμή παρεμπιπτόντως, μαθαίνω ότι λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης στη παιδεία και προκειμένου να μη χαθεί άδικα η χρονιά, οι μαθητές που είναι εναντίον των καταλήψεων και οι γονείς των οποίων μπορούν να αντέξουν το οικονομικό βάρος, γράφονται σε ιδιωτικά σχολεία. Τα ιδιωτικά σχολεία όμως, στην εποχή μας, έπαιζαν άλλο ρόλο.
Τότε εκτός από ορισμένα, τα περισσότερα, λειτουργούσαν για παιδιά που δεν τα κατάφερναν και τόσο καλά στα μαθήματα, αλλά οι γονείς τους, είχαν άνεση στα οικονομικά. Τώρα οι όροι έχουν αντιστραφεί. Για να γραφτεί κάποιος σε ιδιωτικό σχολείο, πρέπει να είναι καλός μαθητής. Για να διδάξει κάποιος, σε ιδιωτικό σχολείο, πρέπει εκτός από καλός εκπαιδευτικός, να είναι συνεπής στο ωράριο και για απεργία, ούτε λόγος. Στην εποχή μας, οι έννοιες απεργία καθηγητών και καταλήψεις μαθητών, ήταν άγνωστες. Δεν ήταν το «κλίμα» κατάλληλο για τέτοιες «θέσεις».
Καμιά κοπάνα αν τολμούσαμε να κάνουμε, την άλλη μέρα είχαμε ανάκριση. Το μοναδικό αίτημα που μας επιτρεπόταν, ήταν «έ-κδρο-μή». Αν το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες, μας πήγαιναν μέχρι το διπλανό χωράφι και είμαστε κι ευχαριστημένοι. Σήμερα περάσαμε από το ένα άκρο στο άλλο. Με το που αρχίζει η σχολική χρονιά, όλοι ψάχνονται για να χάσουν μαθήματα. Οι μαθητές περιμένουν να κάνουν απεργία οι καθηγητές και οι καθηγητές περιμένουν να κάνουν κατάληψη οι μαθητές. Τα υπονοούμενα, ότι σε κάποια σχολεία υποκινείται η κατάσταση, όλοι τα έχουμε ακούσει και τα έχουμε διαβάσει.
Το γεγονός ότι οι χαμένοι της υπόθεσης και στη μία περίπτωση και στην άλλη, είναι μόνο οι μαθητές, δεν θέλει κανείς να το σκεφτεί. Και δεν είναι μόνο ότι θα χάσουν τη χρονιά τους. Αυτή μπορεί και να μην τη χάσουν. Θα τα μπουρδουκλώσουν το πολύ – πολύ και στο τέλος θα είναι όλοι ευχαριστημένοι. Τα κενά όμως που θα δημιουργηθούν, θα τα βρούνε μπροστά τους, μετά από χρόνια, όταν θα συντάσσουν κάποιο βιογραφικό σημείωμα, προκειμένου να βγουν στην αγορά εργασίας.
Τότε θα καταλάβουν, ότι το τρένο της μάθησης χάθηκε, με μοναδικές αποσκευές, τις αναμνήσεις από τις καταλήψεις και τα σπασμένα τζάμια των σχολείων τους. Ίσως τότε μερικοί, θελήσουν να καλύψουν κάποια κενά. Δεν ξέρω αν θα υπάρχει ο χρόνος και δεν ξέρω αν σήμερα, έχουν συναίσθηση του χρόνου που χάνουν. Ποτέ και σε τίποτα, δεν έχω νιώσει πιο φτωχιά στη ζωή μου, εκτός από το χρόνο που ποτέ δεν μου περίσσευε.
Ίσως θεωρηθώ αναχρονιστική, που τολμώ να αναφερθώ σε μια εποχή, που η ζωή των γονιών μας δεν ήταν καθόλου εύκολη. Τα προβλήματα πολλά και μεγάλα. Σε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και οικογενειακό σε πολλές περιπτώσεις. Παρ’ όλα αυτά, μαθαίναμε τουλάχιστον γράμματα. Δεν πάθαμε τίποτα, που φοράγαμε εμείς τα κορίτσια, τη σχολική ποδιά. Αντίθετα, είμαστε όλες ίσες, χωρίς να φέρνουμε σε δύσκολη θέση τους γονείς μας.
Σήμερα για να ντυθεί ένα παιδί, ξοδεύεται ένας μισθός και δε φτάνει, με τα πανάκριβα ρούχα και παπούτσια, που λανσάρουν οι εταιρείες της σχολικής μόδας. Φοράνε λοιπόν, τα πανάκριβα εισαγόμενα τα παιδιά μας και με γεμάτο στομάχι, κατεβαίνουν σε αγώνα διαμαρτυρίας.
Άσχετα βέβαια, αν αυτά που φοράνε, φτιάχνονται από κάποια άλλα παιδιά, ανήλικα, που δεν πηγαίνουν σχολείο, δεν έχουν παιχνίδια, αντίθετα, φτιάχνουν παιχνίδια για τα δικά μας παιδιά, σε συνθήκες απαράδεκτες. Είναι τα παιδιά του τρίτου κόσμου.
Είναι τα «παιδιά ενός κατώτερου Θεού», που δεν έχουν το περιθώριο να διεκδικήσουν το μερίδιό τους από τη ζωή. Αλλά για να μην ξεφεύγουμε από το θέμα, ας μιλήσουμε για τα βιβλία μας.
Τα χιλιοδιαβασμένα και ταλαιπωρημένα, με τουλάχιστον τέσσερα ονόματα κατόχων και προκατόχων. Το «Αναγνωστικό» μου της Α΄ τάξης, ήταν το περσινό της Μαρίας, το προπέρσινο του Γιώργου και το παραπροπέρσινο της Μάρθας.
Οι μαμάδες μας κανόνιζαν, σε ποιον θα δώσουμε τα βιβλία μας του χρόνου. Σε περίπτωση που μέναμε χωρίς κάποιο βιβλίο, το δανειζόμαστε για να διαβάσουμε και στα διαγωνίσματα το σκίζαμε στη μέση και το μοιραζόμαστε.
Έχω βιβλία από εκείνη την εποχή, που τα φυλάω σαν τα μάτια μου, διότι στα περιθώριά τους, είναι γραμμένη όλη η μαθητική μας ζωή. Σήμερα τα παιδιά μας, μόλις τελειώσει η σχολική χρονιά, πανηγυρίζουν, καίγοντας τα βιβλία τους.
Είναι τα βιβλία της «Δωρεάν Παιδείας». Αλήθεια σε ποια εποχή ζούμε; Πότε οι άνθρωποι έριχναν τα βιβλία «στην πυρά» και για ποιους λόγους. Ας απαντήσουν οι μεγαλύτεροι, αυτοί που δίψαγαν για γνώση, αλλά τη στερήθηκαν.
Να τολμήσω μια πρόταση; Αν καλλιεργηθεί στα παιδιά η ιδέα, να διατηρούν σε καλή κατάσταση τα βιβλία τους, με κάποιο κίνητρο, ούτως ώστε να μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν, τι κέρδος θα είχαμε στον προϋπολογισμό της παιδείας;
Να μια προοπτική για καλύτερους μισθούς των εκπαιδευτικών. Χώρια ότι θα λειτουργήσουμε οικολογικά, κάνοντας οικονομία σε πρώτες ύλες. Θα ήθελα όμως να θυμηθούμε, μια μέρα από το σχολείο εκείνης της εποχής. Ας πούμε τη Δευτέρα. Τις δύο πρώτες ώρες, είχαμε Έκθεση. Την μία Δευτέρα γράφαμε και την άλλη διορθώναμε και διαβάζαμε τις καλύτερες. Δύο ώρες μαθηματικά.
Με ασκήσεις, επαληθεύσεις, κανόνες, θεωρία, εργασία στο σπίτι, επαναλήψεις και χωρίς τη βοήθεια βοηθημάτων και κομπιούτερ. Τώρα τα παιδιά μας, βγάζουν τη τετραγωνική ρίζα σε ένα δευτερόλεπτο.
Ας είναι καλά η τεχνολογία. Θα μου πείτε κερδίζουν χρόνο. Τέλος πάντων. Λοιπόν. Την πέμπτη ώρα της Δευτέρας, είχαμε Φυσική. Άλλες ασκήσεις, πειράματα, κανόνες, εργασία για το σπίτι.
Ίσως γι’ αυτό, να μην είχαμε και τόσο ανάγκη τα φροντιστήρια. Και την τελευταία ώρα Γυμναστική, που φοράγαμε φόρμες, ένα χρώμα ένα σχέδιο. Τα αθλητικά μας παπούτσια ήταν απλώς πάνινα με λάστιχο.
Αυτά…για να θυμηθούν οι παλαιότεροι και να πληροφορηθούν οι νεότεροι….
___________________________________________________
*«Η Φωνή του Γέρακα» Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1999 σελ. 2