Από τις μητριαρχικές στις πατριαρχικές θρησκείες.
Η αρχέγονη Θεά Μεγάλη Mητέρα, ή Μάνα Γη, γεννάει τα ανθρώπινα όντα από τον πηλό, που είναι η ίδια της η σάρκα, ενσταλάζοντάς τους το «αίμα της ζωής» της. ( Η Μάνα Γη είναι Γυναίκα και το νερό που ρέει στο κορμί της είναι το αίμα της).
Η παράδοση αυτή, που λέει ότι τα ανθρώπινα όντα δημιουργήθηκαν από πηλό, μας φέρνει στο νου τη γνωστή αφήγηση ότι ο Θεός έπλασε τον Αδάμ από χώμα. Αυτό βέβαια δεν είναι σύμπτωση. H Εβραϊκή μυθολογία αποτελεί σε μεγάλο βαθμό αντιγραφή και συγχρόνως διαστρέβλωση των παλιότερων γυναικοκεντρικών μύθων. Η Mεγάλη Mητέρα, που δημιουργεί με τον πιο φυσικό τρόπο, γεννώντας η ίδια τα πλάσματά της, αντικαθίσταται στις πατριαρχικές θρησκείες από έναν αρσενικό Θεό, ο οποίος αναγκαστικά δανείζεται κάποιες απ’ τις μεθόδους της.
Ο ταύρος σαν σύμβολο
Στις πατριαρχικές θρησκείες το αίμα δεν έχασε τη μαγική του δύναμη (μόνο που το αίμα της Θεάς μετατράπηκε σε αίμα του Θεού). Οι παλιοί μύθοι άλλαξαν, όμως τα αρχαία σύμβολα διατηρήθηκαν.
«Μας έσωσες προσφέροντάς μας το αιώνιο αίμα σου.» Η φράση αυτή θα μπορούσε να είναι παρμένη από χριστιανική λειτουργία. Μας θυμίζει το «αίμα του Χριστού» που πιστεύεται ότι σώζει τους πιστούς του. Ωστόσο, η φράση αυτή είναι παλιότερη από το Χριστιανισμό.
Προέρχεται από μια επιγραφή σε Μιθραίο της Ρώμης, δηλαδή σε ένα ιερό του Μίθρα (1).Το σωτήριο αίμα του Μίθρα, είναι το αίμα του ταύρου. Η παράδοση λέει πως, όταν ήταν νέος, κυνήγησε ένα ιερό βόδι που είχε καταφύγει στον τόπο όπου γεννήθηκε.
Ήταν το πρώτο πλάσμα που έφτιαξε ο Θεός, πατέρας του Μίθρα, όταν δημιούργησε τον κόσμο. Ο νεαρός το θυσίασε κατά την ανοιξιάτικη ισημερία και από το αίμα που έτρεξε άφθονο ξεφύτρωσαν φυτά και ζώα, καθώς και οι άνθρωποι.
Αυτό που είναι αποκαλυπτικό είναι ότι ταύρος στα αρχαία ελληνικά σημαίνει γυναικείο αιδοίο. Το κεφάλι του με τα κέρατα έχει το ίδιο σχήμα όπως η μήτρα με τις σάλπιγγες. Η λέξη βους (αγελάδα) είχε μεταφορικά την έννοια μητέρα. Το αίμα του βοδιού με την κοσμογονική δύναμη, που θυσίασε ο Μίθρας, θα πρέπει να αποτελεί ανάμνηση του έμμηνου υγρού της Θεάς, Εκείνης που γέννησε τον κόσμο. Άλλωστε, υπήρξε ιερό ζώο της Μεγάλης Μητέρας σε ποικίλους λαούς κι εποχές.
Στα Μυστήρια τής Κυβέλης, που ονομάζεται και Μητέρα των Θεών, η πιο επίσημη τελετή ήταν το Ταυροβόλιο (2). Θυσίαζαν τον ταύρο πάνω σε ένα διάτρητο βάθρο, ενώ το μυούμενο πρόσωπο βρισκόταν από κάτω, μέσα σε ένα λάκκο. Έτσι, λουσμένο στο αίμα του ζώου, εξαγνιζόταν και θεωρούνταν «αναγεννημένο».
Αν ο Μίθρας συμβολίζεται με τον ταύρο, το ίδιο συμβαίνει και με το Χριστό. Με το ζώο αυτό τον παραλληλίζει ο Τερτυλλιανός (3). Ο απόστολος Παύλος, στην επιστολή του Προς Εβραίους, συσχετίζει το αίμα του Χριστού με το αίμα του ταύρου, λέγοντας ότι το δεύτερο εξαγνίζει το σώμα, ενώ το πρώτο καθαρίζει τη συνείδηση των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο ότι στον Ακάθιστο Ύμνο η Παναγία αποκαλείται δάμαλις (νεαρή αγελάδα) και ο γιος της μόσχος (μοσχάρι): η δάμαλις τον μόσχον εν ξύλω κεμασθέντα ηλάλαζεν ορώσα.
Άλλωστε, ακόμη κι ο ευαγγελιστής Λουκάς απεικονίζεται ενίοτε με μορφή φτερωτού ταύρου που φέρει φωτοστέφανο στο κεφάλι.
Το πανηγύρι του Ταύρου
Η ταυροθυσία ήταν τόσο βαθιά ριζωμένη στη συνείδηση των ανθρώπων, ώστε τελούνταν στις ανατολικές επαρχίες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, (Μακεδονία, Θράκη, Καππαδοκία, Λέσβος και τα παράλια της Μικράς Ασίας ), ως το 12ο αιώνα. Έξω από τις εκκλησίες, μετά τη λειτουργία, σφαζόταν ένα βόδι και ακολουθούσε κοινό γεύμα, φυσικά με την ευλογία του παπά.
Οι τελετές θυσίας ζώων είναι αρχαιοελληνικό έθιμο που διατηρήθηκε σε πολλές περιοχές, και ιδίως στη Θράκη, ακόμα και μετά τον εκχριστιανισμό των Ελλήνων. Μάλιστα συνδιάστηκαν με γιορτές Αγίων κατά τη Βυζαντινή περίοδο, παρά τις απαγορεύσεις της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας. Το έθιμο διατηρήθηκε και επί Τουρκοκρατίας, καθώς οι Τούρκοι επέτρεψαν στους Έλληνες θρησκευτική εκδήλωση ανάλογη με τη δική τους, το «Μπαϊράμι».
Μια επιβίωση αυτού του εθίμου συναντάμε σήμερα στη Λέσβο, στο πανηγύρι του Ταύρου, που συνεχίζει τις αρχαίες συνήθειες. Πρόκειται για μια τριήμερη γιορτή με αρχαιοελληνικές θυσιαστικές τελετουργίες, παγανιστικά έθιμα και θρύλους από την εποχή της Τουρκοκρατίας, που αναμειγνύονται με τη χριστιανική πίστη. Συστατικά κατ’ αρχήν ετερόκλητα, αλλά τελικά όχι και τόσο, αφού αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες του ίδιου λαού, συνθέτουν ένα πανηγύρι στο κέντρο του οποίου βρίσκεται η θυσία του ταύρου, αυτού του ζώου που χιλιάδες χρόνια τώρα θεωρείται ιερό, σύμβολο γονιμότητας και δύναμης.
Ένας ταύρος ήρεμος και στεφανωμένος με λουλούδια φτάνει στο ξωκλήσι. Πριν απ’ αυτό όμως έχει γίνει η περιφορά του στο χωριό, με μουσική, λάβαρα, σημαίες και προσφορές. Κρεμούν στον λαιμό του ζώου ολάνθιστο στεφάνι και πασπαλίζουν με χρυσόσκονη τα κέρατά του.
Κάποτε στην Πηγή της Λέσβου τον ταύρο στόλιζαν μόνο παρθένες. ΄Ηδη, διακρίνεται το νήμα που συνδέει τη γιορτή με τα αρχαιοελληνικά τελετουργικά. Από τότε μαρτυρούνται στεφάνια, γιρλάντες κι επιχρίσματα στα κέρατα του θυσιασθέντος ταύρου. Από τότε η παρθένα είχε ρόλο στη θυσία ως «κανηφόρος κόρη», κρατώντας το κάνιστρο με το αλεσμένο κριθάρι, το αλάτι και τη «μάχαιρα».
Οι πανηγυριστές οδηγούν τον ταύρο μπροστά στο ξωκλήσι όπου ο παπάς τον ευλογεί. Ακολουθεί δημοπρασία για τον θύτη, που κάποτε έσφαζε το ζώο και βουτούσε πρώτος τα χέρια του στο αίμα για να πάρει τη δύναμη του ταύρου. Ένα μαχαίρι θα του κόψει τον λαιμό. Το κρέας του θα βράσει όλη νύχτα σε μεγάλα καζάνια και το αίμα του θα γίνει περιζήτητο φυλαχτό.
Γιατί όμως γίνεται αυτή η σφαγή; Το ζώο το οποίο και σφάζουν τελετουργικά στα πανηγύρια της Λέσβου (Ταύρου Αγ. Παρασκευή, Νάπη, Πηγή και Κώμη, Μόσνα Αγ. Παρασκευή, Ταξιάρχη Μανταμάδου, Προφήτη Ηλία Αγιάσου, παλαιότερα Αγίας Τριάδος Καλλονή, κ.ά.) είναι συνήθως προσφορά, κουρμπάνι ή κουλμπάνι (4), τάμα κάποιου ντόπιου.
Μια καλή χρονιά ή μια αρρώστια είναι αφορμή για τάξιμο.
Η παράδοση θέλει τον ταύρο να γυρνά όλο τον χρόνο ελεύθερος στους αγρούς. Θύτες και θύματα είναι σε κάθε περίπτωση γένους αρσενικού. Ανήμερα της γιορτής, οι προσκυνητές φέρνουν τα ζώα- τα “τάματα”, όπως τα λένε- στον περίβολο της εκκλησίας. Το εξιλαστήριο θύμα οδηγείται στεφανωμένο στο κέντρο της αυλής και θανατώνεται (Τώρα με σύγχρονα μέσα).
Φυλαχτά και κισκέκι
Μόλις τελειώσει η σφαγή οι προσκυνητές θα σπεύσουν κοντά στη γούρνα όπου έχει συγκεντρωθεί το αίμα του ταύρου. Με ένα κομμάτι ύφασμα ή ένα βαμβάκι ζωγραφίζουν στο μέτωπό έναν ματωμένο σταυρό, καθώς πιστεύουν πως το αίμα του ταύρου έχει προστατευτική δύναμη, ανάλογη του αγιασμού.
Το κρέας θα πάρει τον δρόμο προς τα καζάνια, όπου θα βράσει όλη τη νύχτα με κοπανισμένο σιτάρι γνωστό ως κεσκέκι (5). Στην προετοιμασία του βοηθούν όλοι, ενώ το πιάτο προσφέρεται συνήθως δωρεάν καθώς τα έξοδα αναλαμβάνει κάποιος χορηγός (κουρπαντζής ή κουλμπαντζής) ως τάμα. Πριν τη διανομή του το φαγητό το ευλογεί ο ιερέας διαβάζοντας την ευχή. (6). Η διανομή του κρέατος, μαζί με άρτο, προσδίδει στο κουρμπάνι χαρακτήρα θρησκευτικού γεύματος, ανάλογου με τις «αγάπες» των πρώτων χριστιανικών χρόνων.
(2)Ταυροβόλιο: Τελελετή που γινόταν στην Φλύα της Αττικής (Χαλάνδρι), με θυσία ταύρου προς τιμή της Μεγάλης Μητέρας Κυβέλης και του Άττι. Ήταν τελετή μύησης κατά την οποία αυτός που επρόκειτο να μυηθεί έπρεπε να ραντιστεί από το αίμα του θυσιαζόμενου ζώου κατά τη διάρκεια της σφαγής του.
(3)Τερτυλλιανός: Σημαντικός Χριστιανός απολογητής του 2ου αι
(4) Το κουρμπάνι (σωστότερο) ή κουλμπάνι (όπως συνηθίζεται να λέγεται σήμερα στη Αγ. Παρασκευή Λέσβου) προέρχεται από την τουρκική λέξη kurban που σημαίνει θυσία και θύμα. Το Κουρμπάνι γίνεται προς έναν άγιο για τη γιορτή του, τον εξευμενισμό του, την αποτροπή του κακού, τη θεμελίωση κτιρίων κ.ά. Πρόκειται όμως για αντιδάνειο όπως για παράδειγμα η φράση “Αη σιχτίρ” που πολλοί πιστεύουν πως ήτο τουρκική, προέρχεται όμως από το αρχαίο Ελληνικό “ἀεὶ σὲ οἰκτίρω”. Το Κουρμπάνι λοιπόν προέρχεται από το Ομηρικό “κυρτός” (Β218, Δ426, Ν790) το οποίο στα λατινικά έγινε “curvo” (κάμπτω, κυρτώνω) και αναφέρεται στην μορφή του μαχαιριού της θυσίας, όπως φαίνεται στην παραπλεύρως εικονιζόμενη αγγειογραφία.
(5)κεσκέκι, κεσκέκ, κεσκέσι,κεσκές: Βραστό κρέας με κοπανισμένο στάρι keşkek τούρκικο.