Η “κυβερνησιμότητα” ως άλλοθι για το συγκεντρωτισμό / Η περίπτωση του Δήμου Παλλήνης

Μια γνωστή καραμέλα που πιπιλίζεται τελευταία συχνά σε διάφορα χείλη ακούει στο όνομα “κυβερνησιμότητα“.

Είναι ένα εφεύρημα ως απάντηση σε οτιδήποτε διαφορετικό προτείνεται και το άλλοθι όσων επικαλούνται ψευδώς τη δημοκρατία ταυτίζοντάς την λανθασμένα με την εκλογική διαδικασία και μέχρι εκεί. Αυτή είναι η αντίληψή τους περί δημοκρατίας αλλά το χειρότερο δεν είναι αυτό.

Δυστυχώς αυτό το καρκίνωμα που επικρατεί κι επιβάλλεται εδώ και δεκαετίες στην κεντρική πολιτική σκηνή έχει αρχίσει πλέον να κάνει μεταστάσεις και στην τοπική αυτοδιοίκηση και μάλιστα με την ανοχή λόγω άγνοιας της τοπικής κοινωνίας κι αυτό είναι το χειρότερο.

Τα τελευταία χρόνια, παρακολουθώντας τις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου Παλλήνης έχω πραγματικά σοκαριστεί από την απαξίωση μιας διαδικασίας που θα έπρεπε να είναι ουσιαστική, παραγωγική με διάθεση συνεργασίας για το καλό της τοπικής κοινωνίας που θα δίνει χειροπιαστά αποτελέσματα προς όφελος όλων.

Αντ’ αυτού, η διοίκηση του δήμου μας αποφασίζει και διατάζει με τη μέθοδο “εντολή εξοχότατου“. Είναι η μέθοδος που δίνει κατευθύνσεις σε συμβούλους ώστε με την ψήφο τους απλώς να επικυρώσουν τυπικά την απόφαση που έχει ήδη παρθεί από τον εκλεγμένο μονάρχη.

Το συμβούλιο έχει καταντήσει μια απλή τυπική διαδικασία που την επιβάλλει ο νόμος διακόπτοντας τη ροή της “κυβερνησιμότητας” για ν’ ακουστούν και λίγο οι απόψεις των γραφικών που γκρινιάζουν συνεχώς και μετά ξεχνιέται.

Τί είναι όμως αυτή η εκλόγιμη μοναρχία; Οι εκλογές αυτομάτως εξασφαλίζουν και την ύπαρξη δημοκρατίας; Όπως πολύ εύστοχα εξηγεί ο πανεπιστημιακός καθηγητής και τέως πρύτανης Γιώργος Κοντογιώργης στο άρθρο του σαφώς και δε γίνεται κάτι τέτοιο.

Οι δήμοι και οι τοπικές κοινωνίες ήταν πάντα το θεμέλιο της δημοκρατίας και αυτή συμπεριλαμβάνει τη διαλεκτικότητα, τον διάλογο, τη συλλογικότητα, τη διαφάνεια, την πρόνοια και τέλος το πιο σημαντικό απ’ όλα που είναι ο έλεγχος της εξουσίας από το λαό – δημότες με διάφορους μηχανισμούς όπως για παράδειγμα την ανακλητότητα.

Εφόσον τα παραπάνω εξαλείφονται για χάρη της “κυβερνησιμότητας” τότε δεν υπάρχει δημοκρατία αλλά μια εκλόγιμη μοναρχία όπου ο μονάρχης επικαλείται την ψήφο και θεωρεί πως αυτό που αποφασίζει ο ίδιος εκφράζει και τους δημότες – πολίτες χωρίς καμιά αμφισβήτηση.

Είναι αντίληψη που δυστυχώς εδραιώνεται όλο και περισσότερο στο μυαλό αυτών που ορίζουν εαυτούς αυθεντίες και το βλέπουμε παντού.

Στην κεντρική πολιτική σκηνή που πρέπει οι κυβερνήσεις να είναι αυτοδύναμες, στις περιφέρειες που οι διοικήσεις τους ταυτίζονται με το εκάστοτε πρόσωπο που είναι επικεφαλής και πλέον και στους δήμους που ο εκάστοτε δήμαρχος είναι ο απόλυτος άρχων και μόνο αυτός λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις γι’ αυτό και πρέπει να ορίζει τις ψήφους της πλειοψηφίας των συμβουλίων στο δήμο του. Αν δεν μπορεί να κάνει το παραπάνω τότε εγείρεται θέμα “κυβερνησιμότητας”.

Δεν έχει σημασία αν η “κυβερνησιμότητα” αυτή αποτρέπει την πλήρωση της θεσμικής θέσης του “συμπαραστάτη του δημότη“, της ύπαρξης της “δημοτικής επιτροπής παιδείας” ή το έγκυρο κλείσιμο των ισολογισμών των παρελθόντων ετών που εκκρεμούσαν για χρόνια κι έκλεισαν μαζικά με συνοπτικές διαδικασίες.

Σημασία έχει να μπορεί να κυβερνάει ο εξοχότατος ώστε με τις φωτισμένες του αποφάσεις να σκορπάει χαρά στα πλήθη των υπηκόων του πάντα με τη στήριξη των πιστών αυλικών που ακολουθούν τη χάρη του.

Ωστόσο, ο χρόνος δεν περιμένει, τα προβλήματα χρονίζουν, οι ευκαιρίες χάνονται και οι δημότες παραμένουν στο περιθώριο μη έχοντας τη δυνατότητα να συμβάλλουν στην αποτελεσματικότερη διοίκηση του δήμου στα πλαίσια μιας πραγματικής δημοκρατίας.