Το βιβλίο «Άπαντα Ποιήματα» του Αλέξανδρου Μάτσα, παρουσιάζουν, σήμερα, (Δευτέρα 20 Απριλίου 2015) η Ρωξάνη Μάτσα και οι «εκδόσεις Παπαδόπουλος» στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, αμφιθέατρο “Λεωνίδας Ζέρβας”, επί της οδού Βασιλέως Κωνσταντίνου 48, ώρα 8.00 μ.μ.
Την επιμέλεια της εκδήλωσης θα έχει ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου και για το βιβλίο και το έργο του ποιητή θα μιλήσουν:
Γιάννης Παπακώστας, ομότιμος καθηγητής της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας,
Ευτυχία Αλεξάνδρα Λουκίδου, ποιήτρια,
Θωμάς Τσαλαπάτης, ποιητής, κριτικός
Ποιήματα του Αλέξανδρου Μάτσα θα διαβάσει ο ηθοποιός Γιώργος Κέντρος
Ο Αλέξανδρος Μάτσας είναι πατέρας της συμπολίτισσας μας Ρωξάνης Μάτσας, ιδιοκτήτριας του Κτήματος Μάτσα στην Κάντζα. Πρόκειται για την δεύτερη εκδήλωση με αναφορά στον αείμνηστο Αλέξανδρο Μάτσα.
Η πρώτη εκδήλωση, έγινε την Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013 στην κατάμεστη αίθουσα του «Μεγάρου Μουσικής» στην διάρκεια της οποίας τιμήθηκε ο “αιρετικός” ποιητής & διπλωμάτης Αλέξανδρος Μάτσας.
Αναφερόμενη η Ρωξάνη Μάτσα στον τιμώμενο είπε μεταξύ άλλων στην εκδήλωση της 4ης Μαρτίου 2013: «Ο Αλέξανδρος Μάτσας, ο οποίος ήταν ποιητής, λογοτέχνης και διπλωμάτης ήταν ο πατέρας μου.
Ο πατέρας μου από μικρός έγραφε ποιήματα. Και στο πρώτο του βιβλίο ποιημάτων, που έβγαλε το 1927 όταν ήταν 17 χρονών, και βέβαια ήταν στα γαλλικά και όχι στα ελληνικά, έχει κάνει την εισαγωγή ο Κωστής Παλαμάς ο οποίος βοηθούσε πολύ τους νέους ποιητές. Έκανε διασκευές αρχαίων, έργα του έχουν παιχτεί και στο Βασιλικό θέατρο. Μετά έγινε διπλωμάτης.»
Ακολουθεί αναδημοσίευση της αναφοράς του «Νεολόγου» στον Αλέξανδρο Μάτσα. (4 Μαρτίου 2013)
Αλέξανδρος Μάτσας: Ο αιρετικός της γενιάς του ’30.
Εκλεκτικός, νεωτερικός, ερωτικός.
Η Ρωξάνη Μάτσα, η Ρωξάνη της Κάντζας και της «Μαλαγουζιάς», η Ρωξάνη του ιστορικού Κτήματος Μάτσα και δισέγγονη του Αλέξανδρου Καμπά, αδελφού του Ανδρέα Καμπά, για μία ακόμη φορά μας ξάφνιασε. Στην έκτη δεκαετία της ζωής της, συνέργησε, μάλλον ακούσια, να «ξεσκεπαστεί» μία ακόμη σημαντική πτυχή «ζυμωμένη» με τη δική της ιστορία, μορφοποιημένη στη δική της οικογένεια, κυρίως, όμως, «πιστωμένη» στην ιστορία αυτού του τόπου που κάποτε αποκαλούνταν «Χαρβάτι» κι αργότερα μετονομάστηκε Παλλήνη.
Το «ξεσκέπασμα» ασφαλώς και δεν παραπέμπει στην καθεαυτή έννοια της λέξης γιατί ο Αλέξανδρος Μάτσας, πατέρας της Ρωξάνης, δεν χρειαζότανε κανέναν μεταγενέστερό του για να …ξεσκεπαστεί.
Ήταν μια χαρισματική προσωπικότητα με ελκυστικά χαρακτηριστικά, ένας διπλωμάτης «πρώτης γραμμής» με προσωπική συμμετοχή σε κομβικές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής και διπλωματικής ιστορίας, «ένας άνθρωπος του Κόσμου εξ επαγγέλματος και εξ ιδιοσυγκρασίας» –όπως σημειώνει ο Γιώργος Βέης- και ακόμη, ένας λογοτέχνης και ποιητής με αιρετικά συστατικά, ενίοτε μεταμορφωμένος στα ποιήματά του σε «άσωτο υιό που αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη απώλειας της ερωτικής του ρώμης…»
Ποιους, λοιπόν, αφορά το … ξεσκέπασμα της «αποκάλυψης» ότι ο Αλέξανδρος Μάτσας είναι ένας από τους δυνατούς κρίκους της προσωπικής ιστορίας της Ρωξάνης Μάτσα;
Μα ασφαλώς όλους εμάς…. Που ως σύγχρονοι έποικοι, προερχόμενοι από κάθε κατεύθυνση του λεκανοπεδίου στεριώσαμε τα 25 τελευταία χρόνια σε γη που έθρεψε τα περίφημα μεσογείτικα αμπέλια σε χιλιάδες στρέμματα και βλάστησε οπώρες και καρπούς κάθε γεύσης και ονομασίας, δεν μπορέσαμε να αποκτήσουμε γνώση και ενημέρωση για πρόσωπα και γεγονότα που με τον ένα ή άλλο τρόπο, συνδέθηκαν με τον τόπο μας, ανέδειξαν τον τόπο μας και για κάποιους λόγους δεν μάθαμε σχεδόν τίποτε, με εξαίρεση τα κεφάλαια της ιστορίας της Παλλήνης που περιέχονται στα βιβλία του πάντα ακμαίου Γιάννη Οικονόμου.
Η έλλειψη ενημέρωσης και ως παρενέργειά της, η μη ταύτιση του Αλέξανδρου Μάτσα με την οικογένεια Μάτσα της Κάντζας, σε συνδυασμό με τον χαρακτήρα της Ρωξάνης Μάτσα που αποφεύγει αναφορές σε ό,τι αφορά την ίδια και την οικογένειά της, συνέβαλαν στο ξάφνιασμα του ακούσματος, ότι ο Αλέξανδρος Μάτσας, αυτή η πληθωρική προσωπικότητα με την πολυκύμαντη ζωή, έζησε μεγάλα χρονικά διαστήματα στο ομώνυμο κτήμα της Κάντζας, εμπνεύστηκε από την άγρια ομορφιά που το χαρακτήριζε και αρκετά από τα καλύτερα ποιήματά του συμβαίνει να «υποθάλπουν» την περιοχή, τις εικόνες της, τις μνήμες της, τις μορφές της και τις ομορφιές της.
Γράφει ο Αλέξανδρος Μάτσας στο ποίημα του, υπό τον τίτλο Το Σπίτι, 1942 –διαρκούσης της γερμανικής κατοχής- με αναφορά «στο μακρυνόν αγρόκτημα» -εννοεί το Κτήμα Μάτσα-
«O ήλιος έγειρε στον Yμηττό· κι ο Γερμανός
εξύπνησε. Kυττάζει γύρω του μ’ ανία.
Bαριέται εδώ στο μακρυνόν αγρόκτημα.- Eίμαι βεβαίως τυχερός, διότι άλλοι ομήλικοί μου πάνε για το μέτωπο.»
K’ η πόλις του λιμού και του θανάτου,
η πόλις που μυρίζει πτώματα
στερείται διασκεδάσεων. H φύσις είναι ωραία. Όχι βεβαίως σαν της Bαυαρίας. (Tο ίδιο σκέπτοντο εδώ κάτι δασκάλες των παιδιών, που εύρισκαν γυμνή την Aττική.) Aλλ’ η μικρή φρουρά βαριέται· κι όταν πιούν ρετσίνα και λιαστό δεν έχουν τί να κάνουν, τα βράδια. Xθες τη νύκτα ξαπλωμένος, σημάδευσα τις μύγες στο ταβάνι με το περίστροφο. Πέρασαν οι σφαίρες στην κάμαρα απάνω και κτυπήσαν
μιά κλίνη που δεν είχε χάσει
τη μνήμη δυό σωμάτων λαξευμένων
από την πείνα και τον έρωτα.
Kι αν ποτέ, όπως διαδίδουν μερικοί προδότες, φύγουμε και εγκαταλείψουμε την χώρα, ασφαλώς θα κάψουμε και τούτο το παλιόσπιτο.
(Ποιήματα, Eρμής 1995)
Τα ποιητικά έργα του Αλέξανδρου Μάτσα αξιολογήθηκαν από αρκετούς λόγιους της εποχής όπως επίσης και από σύγχρονους κριτικούς σε λογοτεχνικές εκδόσεις, με σημαντικότερη το τριμηνιαίο περιοδικό ποίησης «Τα ποιητικά» (Δεκέμβριος 2012) στις σελίδες του οποίου δημοσιεύεται εκτενές αφιέρωμα υπό τον τίτλο «Αλέξανδρος Μάτσας, ένας αιρετικός της γενιάς του ΄30».
Το αφιέρωμα φέρει τις υπογραφές του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου και του Γιώργου Βέη και πέραν της κρίσης αμφοτέρων για το έργο και την προσωπικότητα του Αλέξανδρου Μάτσα, δημοσιεύονται και τρία άγνωστα ποιήματα που παραχωρήθηκαν από την κόρη του ποιητή.
Αναφερόμενος ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου στον Αλέξανδρο Μάτσα τον χαρακτηρίζει «εκκεντρικό, ωραιολάτρη, γλωσσικά αιρετικό, αισθητιστή με εκδηλωνόμενες ή εντέχνως καλυπτόμενες –απορρέουσες από τον αισθητισμό του- ναρκισσιστικές τάσεις», ενώ ο Γιώργος Βέης μεταξύ άλλων, μεταφέρει στην δική του αναφορά το σύντομο κριτικό σημείωμα του Κλέωνα Παράσχου για τον Αλέξανδρο Μάτσα, το 1953 στο περιοδικό «Νέα Εστία»: «υπάρχει στους στίχους του κ. Μάτσα μια ευφροσύνη, μια γαλήνη, ένα φαιδρό διαυγές φως, που μόνο στους αρχαίους έλληνες λυρικούς και σε μερικούς άγγλους –τον Keats, λ.χ.- ελληνοθρεμένους, τα συναντούμε και που φανερώνουν και πλούτο ψυχικό βέβαια, μα προπάντων την επιβολή και την κυριαρχία ενός πνεύματος ισόρροπου, πειθαρχημένου, φιλοσοφημένου επάνω στα άταχτα πάντα και ατίθασα κύματα της ψυχής».
Διαβάζοντας τα ποιήματα του Αλέξανδρου Μάτσα, τα ταξίδια της σκέψης και οι συνειρμοί έρχονταν και χάνονταν με την ταχύτητα της λάμψης, ποτέ τους όμως δεν απομακρύνθηκαν από το Κτήμα Μάτσα στην Κάντζα, ίσως, γιατί, στα περισσότερα από αυτά ένιωθα πίσω από τις λέξεις να σχηματίζονται αμυδρές σκιές προσώπων να κινούνται ή να τρέχουν ανέμελα και αθώα μέσα από τα αμπέλια, τα οπωροφόρα και τα οικόσιτα ζώα.
Ίσως, πάλι, οι σκιές να οφείλονταν και στο ξύπνημα της ζωγραφιάς που κουβαλούσε η αποθήκη της μνήμης από κάποιο προ ετών μεσημέρι, όταν οι αφηγήσεις της Ρωξάνης άγγιζαν τον πατέρα της και υμνούσαν τη μεγάλη του αγάπη προς το αγρόκτημα.
«Η Κάντζα ήταν στο νου όλων μας, ο πατέρας μου πεθαίνοντας στο νοσοκομείο ζωγράφιζε την Κάντζα από μνήμης….»
Το κτήμα το αγαπούσα πάρα πολύ, ήταν μια αγάπη που είχα κληρονομήσει απ΄ τον πατέρα μου που μιλούσε μόνο για αυτό.»
Όμως, τα ταξίδια της σκέψης με τους ίσκιους προσώπων και πραγμάτων στο αγρόκτημα πίσω από τις λέξεις των ποιημάτων, δεν ήταν τα μόνα.
Ο Αλέξανδρος Μάτσας έχει τη δυνατότητα μέσα από τους στίχους πολλών ποιημάτων του να σε ταξιδεύει και να σε συνεπαίρνει με ό,τι έχει να σου πει για τον έρωτα και τα πάθη του.
Σε παρασύρει στην αναζήτηση μιας αέναης επιθυμίας για την εκπλήρωση του πόθου και της επιθυμίας και αντίστροφα σε απογειώνει με την υπενθύμιση, ότι η κούραση της μέσης ηλικίας μετατρέπει την ακαταπόνητη ορμή των νεανικών χρόνων σε μελαγχολική, ίσως και πεισιθάνατη μνήμη.
Γράφει ο Α. Μάτσας στο ποίημα του, «Αναζήτησις»
«Τι νάγινε κείνος; Που χάθηκε;
στή μεσήλικη σάρκα θαμμένος
πού και τήν μνήμη του ακόμη
παραμορφώνει;»
Ποιος ήταν ο Αλέξανδρος Μάτσας (1910 – 1969)
Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του Αντωνίου Μάτσα, μηχανικού και βουλευτή, και της Θεοδώρας Καμπά, της γνωστής οικογένειας των κτηματιών. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς και πολιτικές & οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Από το 1934 και ως το 1962 έκανε καριέρα στο διπλωματικό Σώμα. Διετέλεσε υποπρόξενος στη Μανσούρα (1934) και την Αλεξάνδρεια (1939), γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι (1947-1949), επιτετραμμένος στη Χάγη (1949-1953), σύμβουλος της ελληνικής πρεσβείας στη Ρώμη (1953-1957) και πρέσβης στην Άγκυρα και την Ουάσιγκτον. Από το 1957 και για δύο χρόνια ήταν διευθυντής της πολιτικής διεύθυνσης του Υπουργείου Εξωτερικών.
Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε με την ποίηση και το θέατρο. Πρωτοεμφανίστηκε το 1934 με την ποιητική συλλογή Ποιήματα και ακολούθησε το 1946 η συλλογή Ποιήματα – Εκλογή.
Για το θέατρο έγραψε τις τραγωδίες Κλυταιμνήστρα, Ιοκάστη και Κροίσος, από τις οποίες η Κλυταιμνήστρα και ο Κροίσος παραστάθηκαν από το Εθνικό Θέατρο. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του Αντωνίου Μάτσα, μηχανικού και βουλευτή, και της Θεοδώρας Καμπά, της γνωστής οικογένειας των κτηματιών. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καθώς και πολιτικές & οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ακολούθησε σταδιοδρομία στο διπλωματικό σώμα εισερχόμενος σε αυτό το 1934.
Υπηρέτησε ως υποπρόξενος στην Μανσούρα και την Αλεξάνδρεια, ως γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι καθώς και ως αντιπρόσωπος της Ελλάδας στη Χάγη την περίοδο 1949 – 1953. Το 1953 μετατέθηκε στη Ρώμη με την ιδιότητα του συμβούλου και το 1957 επανήλθε στην Ελλάδα αναλαμβάνοντας την πολιτική διεύθυνση του υπουργείου εξωτερικών.
Το 1959 ανέλαβε πρέσβης στην Άγκυρα και τον Φεβρουάριο του 1962 μετατέθηκε στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσινγκτον, (στην παραπάνω φωτογραφία ο Αλέξανδρος Μάτσας εικονίζεται με τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζων Φ. Κέννεντυ) θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1967, όταν και παραιτήθηκε από το διπλωματικό σώμα.
Απεβίωσε αιφνίδια το 1969 στην Αθήνα. Κατοικούσε στην πλατεία Σκουζέ. Ήταν παντρεμένος με την Ελένη Αργυροπούλου, κόρη του διπλωμάτη Κίμωνα Αργυρόπουλου, και είχαν αποκτήσει μια κόρη, την Ρωξάνη Μάτσα.
Λογοτεχνικό έργο
Είχε γράψει ποιητικές συλλογές και θεατρικά έργα. Το 1927 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα γράμματα με το ποιητικό του έργο «Le vieux jardin». Επτά χρόνια αργότερα, το 1934, παρουσίασε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Ποιήματα, 1930 – 1934[3].
Ακολούθησαν άλλες δύο ποιητικές συλλογές[3] το 1946 (Ποιήματα – Εκλογή) και το 1995 (Ποιήματα – ανθολογία, εκδόσεις Ερμής). Παράλληλα έγραψε τρία[3] θεατρικά έργα, εκ των οποίων η Κλυταιμνήστρα και ο Κροίσος παρουσιάστηκαν στο Εθνικό Θέατρο. Για την τελευταία παράσταση τιμήθηκε[1], το 1960, με το Α΄ κρατικό βραβείο θεάτρου.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί στα ποιήματά του μοιάζει με αυτή του Κωνσταντίνου Καβάφη, ο στίχος του όμως εκφράζεται κρυπτικά. Αν και συγκαταλέγεται στους ποιητές της γενιάς του τριάντα, δεν θεωρείται χαρακτηριστική περίπτωση αυτής αφού ακολούθησε διαφορετικό δρόμο από τις κεντρικές μορφές αυτής.