Κορυφαία στιγμή στην καριέρα της αποτέλεσε η έκδοση του βιβλίου «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ: η κοινοτοπία του κακού» το 1963, με θέμα τη δίκη του λοχαγού των Ες-Ες στο Ισραήλ, την οποία κάλυψε η Αρεντ ως ανταποκρίτρια του περιοδικού «The New Yorker». Η Χάνα Άρεντ (Hannah Arendt, 14 Οκτωβρίου 1906 – 1975) ήταν Γερμανοαμερικανίδα εβραϊκής καταγωγής πολιτική επιστήμονας και φιλόσοφος.
Γεννήθηκε από κοσμική Γερμανοεβραϊκή οικογένεια στην πόλη Λίντεν (Linden, κοντά στο Ανόβερο) και μεγάλωσε στο Κένιξμπεργκ και στο Βερολίνο. Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ υπό τον Μάρτιν Χάιντεγκερ με τον οποίο είχε μια μακροχρόνια και θυελλώδη ρομαντική ερωτική σχέση, για την οποία αργότερα τής ασκήθηκε κριτική εξαιτίας της υποστήριξης του Χάιντεγκερ προς το ναζιστικό κόμμα ενόσω ήταν πρύτανης στο πανεπιστήμιο του Φάιμπουργκ.
Αργότερα πήγε στην Χαϊδελβέργη όπου, υπό την επίβλεψη του υπαρξιστή φιλοσόφου Καρλ Γιάσπερς, συνέγραψε την διατριβή της σχετικά με την έννοια της αγάπης στην σκέψη του Αγίου Αυγουστίνου.
Παντρεύτηκε τον Γκίντερ Στερν, μετέπειτα γνωστό ως Günther Anders, το 1929 στο Βερολίνο (χώρισαν το 1937), και αργότερα τον μαρξιστή Heirich Blücher, ο οποίος υπήρξε για πολλά χρόνια σύντροφός της και επηρέασε καταλυτικά τον πολιτικό της στοχασμό.
Με την άνοδο Ναζισμού κατέφυγε στη Γαλλία και, μετά την εισβολή των Γερμανών στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, όπου ασχολήθηκε με την πανεπιστημιακή διδασκαλία και την συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων.
Πέθανε το 1975 σε ηλικία 69 ετών.
Έγραψε πολλά έργα πολιτικής φιλοσοφίας σχετικά με τον ολοκληρωτισμό και τον αντισημιτισμό καθώς και μελέτες για το εβραϊκό Ολοκαύτωμα, με γνωστότερο έργο το «The Origins of Totalitarianism».
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
(1986) Η ανθρώπινη κατάσταση, Γνώση
(1987) Σκέψεις για την πολιτική και την επανάσταση, Έρασμος
(1998) Άνθρωποι σε ζοφερούς καιρούς, Νησίδες
(2000) Περί βίας, Αλεξάνδρεια
(2005) Για την επανάσταση, Νησίδες
(2006) Για την επανάσταση, Αλεξάνδρεια
(2008) Η πολιτική φιλοσοφία του Καντ, Νήσος
(2009) Η ανθρώπινη κατάσταση, Γνώση
(2009) Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ, Νησίδες
(2009) Υπόσχεση πολιτικής, Κέδρος
(2012) Ελευθερία, αλήθεια και πολιτική, Στάσει Εκπίπτοντες
(2012) Η κρίση της κουλτούρας και άλλα κείμενα, Στάσει Εκπίπτοντες
(2015) Εμείς οι πρόσφυγες (κείμενα των: Άρεντ, Αγκάμπεν, Τραβέρσο), Εκδόσεις του εικοστού πρώτου
«Hannah Arendt – Οι ιδέες της άλλαξαν τον κόσμο»
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ήταν και η ταινία «Hannah Arendt – Οι ιδέες της άλλαξαν τον κόσμο» της γερμανίδας σκηνοθέτριας Μαργκαρέτε Φον Τρότα, που την είδαμε κι εδώ στην Ελλάδα.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1963, δηλαδή πριν από μισό αιώνα, το αμερικανικό περιοδικό «New Yorker» αφιέρωσε 73 σελίδες, στις οποίες η γερμανοεβραία φιλόσοφος Χάνα Αρεντ περιέγραφε τα όσα παρακολούθησε στη δίκη του αντισυνταγματάρχη των Ες-Ες Αντολφ Αϊχμαν. Ο πρώην αξιωματούχος της Γκεστάπο είχε συλληφθεί τον Μάιο του 1960 από ισραηλινούς πράκτορες στην Αργεντινή όπου είχε καταφύγει και μεταφέρθηκε στο Ισραήλ.
Εκεί δικάστηκε ως υπεύθυνος για την οργάνωση της μεταφοράς εκατομμυρίων Εβραίων από όλη την Ευρώπη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η δίκη του διήρκεσε από τις 11 Απριλίου έως τις 14 Αυγούστου 1961.
Το κείμενο της Αρεντ, το οποίο δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 1963, ήταν το πρώτο από τα πέντε συνολικά που έγραψε για τη δίκη. Η προσπάθεια να απαντήσει στα ερωτήματα που έθεσαν τα εγκλήματα του ναζισμού, αλλά και να τοποθετηθεί πάνω στο θέμα της προσωπικής ηθικής ευθύνης σε καιρούς που η ανθρώπινη ζωή χάνει την αξία της, είχε ως αποτέλεσμα το βιβλίο «Οι απαρχές του ολοκληρωτισμού» (1951) και, αργότερα, τα ρεπορτάζ στο περιοδικό The New Yorker για τη δίκη του Αντολφ Αϊχμαν, τα οποία συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο «Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ – Η κοινοτοπία του κακού».
Τα άρθρα αυτά προκάλεσαν από την πρώτη στιγμή αντιδράσεις. Η ιδέα ότι ο Αντολφ Αϊχμαν δεν ήταν ένας δαίμονας αλλά ένας αξιωματικός που εκτελούσε με ιδιαίτερη επιμέλεια όσα του είχαν ανατεθεί, ένας αναγνώστης του Καντ, αλλεργικός στη βία αλλά πιστός στην εκτέλεση εντολών, ένα ον κοινότοπο «με την προδιάθεση να μετατραπεί στον μεγαλύτερο εγκληματία της εποχής του».
Η διαπίστωση της γερμανίδας φιλοσόφου ότι ο Αϊχμαν δεν ήταν ένας σκληρός εγκληματίας ή παρανοϊκός δολοφόνος, εξού και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για έναν κοινό άνθρωπο, ανίκανο τις περισσότερες φορές να αναρωτηθεί τι ήταν αυτό που έπραττε, λειτούργησε ως μια επιβεβαίωση ότι το κακό μπορεί να γίνει κοινότοπο, δηλαδή προσιτό στους συνηθισμένους ανθρώπους.
Το συμπέρασμά της, το οποίο εξακολουθεί να προκαλεί σοκ, ήταν ότι απορρίπτοντας την καθησυχαστική πεποίθηση που θεωρεί τους εγκληματίες τέρατα, ανθρώπους με έμφυτη κακία, οδηγείται στο ενδεχόμενο όλοι οι υπόλοιποι που θεωρούνται «φυσιολογικοί» να μην είναι a priori προστατευμένοι από τον πειρασμό του κακού.
Η ταινία: Μισόν αιώνα αργότερα η διαμάχη γύρω από αυτό το έργο της Αρεντ αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της ταινίας «Χάνα Αρεντ» της Μαργκαρέτε φον Τρότα. Η ταινία ξεκινά με την απαγωγή του Αϊχμαν από τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες και χρησιμοποιεί αρχειακό υλικό για να αναπαραστήσει τη δίκη, καθώς και φλας μπακ για να περιγράψει τη σχέση της Αρεντ με τον (δάσκαλο και εραστή της) Μάρτιν Χάιντεγκερ προτού εκείνος εκφράσει την υποστήριξή του προς το ναζιστικό κόμμα και εκείνη διαφύγει στη Γαλλία. «Εκδιωχθήκαμε από τη Γερμανία διότι ήμασταν Εβραίοι», έγραψε η Αρεντ.
«Όμως μόλις περάσαμε τα γαλλικά σύνορα γίναμε γερμαναράδες. Προφανώς κανείς δεν θέλει να ξέρει ότι η σύγχρονη ιστορία έχει δημιουργήσει μια νέα κατηγορία ανθρώπων, εκείνων που περιορίζονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης από τους εχθρούς τους και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης από τους φίλους τους».