Η παντοδύναμη ζωή εμπνέει πάντα την τέχνη. Την πυροδοτεί με τα καλά και τα κακά της. Με τις ευτυχίες που επιφυλάσσει στον άνθρωπο αλλά και τις δυστυχίες.
Ο λοιμός που ξέσπασε στην αρχαία Αθήνα το 430 π.Χ. αναστάτωσε την πόλη – κράτος και έφτασε ως εμάς μέσα από το Β’ βιβλίο της Ιστορίας του Θουκυδίδη.
Εκεί υπήρχε η «ψυχρή» αποτύπωση των γεγονότων, όπου αναφέρονται η συμπτωματολογία της νόσου, η αντιμετώπισή της, τα φαινόμενα δεισιδαιμονίας και υστερίας που εκδηλώθηκαν και εντέλει το αποτύπωμα που άφησε στην κοινωνία της Αθήνας εκείνη η «πανδημία».
Πληροφορούμαστε από τον Θουκυδίδη πως οι γιατροί της πόλης έδωσαν μεγάλο αγώνα ενάντια στο κακό. Κατέληξαν να αποτελούν οι ίδιοι εύκολο θύμα του λοιμού και πολλοί να χάσουν τη ζωή τους.
Ο Σοφοκλής γράφει τον «Οιδίποδα Τύραννο» το 428, μόλις δύο χρόνια μετά την εκδήλωση του λοιμού.
Ο μύθος είναι γνωστός. Μαθαίνοντας ο Λάιος, βασιλιάς της Θήβας, πως σύμφωνα με χρησμό του μαντείου των Δελφών το παιδί του, που θα γεννιόταν από τη γυναίκα του Ιοκάστη, κάποια στιγμή θα τον σκότωνε και θα παντρευόταν τη μητέρα του, το απομακρύνει με διαταγή να εγκαταλειφθεί στον Κιθαιρώνα.
Παρά τη βασιλική εντολή, ένας βοσκός αναλαμβάνει τη φροντίδα του, το παιδί σώζεται και η προφητεία σε βάθος χρόνου εκπληρώνεται.
Εκείνο το έκθετο παιδί με τα τραυματισμένα πόδια βασιλεύει στη Θήβα μέσα σε παντελή άγνοια για την καταγωγή του, ως Οιδίπους, έχοντας πλάι του ως σύζυγο τη μητέρα του. Η πόλη, χωρίς ομοίως να γνωρίζει, τον εμπιστεύεται και τον αποδέχεται.
Ο Οιδίπους άλλωστε υπήρξε ένας βασιλιάς που φρόντιζε τον λαό του.
Ας έρθουμε λοιπόν στο έργο του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος». Στους πρώτους κιόλας στίχους του έργου μαθαίνουμε πως η πόλη βρίσκεται στη δίνη ενός ανυπολόγιστου κακού.
Ο χορός των νέων ανθρώπων της Θήβας με έναν γέροντα επικεφαλής παρακαλεί τον βασιλιά Οιδίποδα να σώσει την πόλη.
Ο Οιδίπους στέλνει στους Δελφούς τον αδελφό της γυναίκας του, τον Κρέοντα, να ζητήσει χρησμό. Η απάντηση του Φοίβου είναι σκληρή και εμπνέει φόβο. Ζητά από την πόλη να απομακρύνει ένα μίασμα που γεννήθηκε και ζει σ’ αυτήν.
Ο χρησμός είναι αποκαλυπτικός. Τα δεινά προέρχονται από το αίμα του αδικοσκοτωμένου βασιλιά Λάιου.
Ο φονιάς πρέπει να βρεθεί και να τιμωρηθεί. Η ανήθικη πράξη του φόνου γίνεται νόσημα. Η ηθική είναι κάτι απτό που διαπερνά την πόλη και γίνεται αρρώστια στα σώματα των ανθρώπων. Αναζητείται, λοιπόν, ίαση και καθαρμός που θα μαλακώσει τον πόνο της πληγής, που θα αποκαταστήσει τη ζωή και θα σώσει την πόλη.
Ο Οιδίπους εντέλει ανακαλύπτει τον φονιά. Αλίμονο! Με τρόμο διαπιστώνει πως ο φονιάς είναι ο ίδιος. Είναι εκείνος που σκότωσε τον βασιλιά πατέρα του και παντρεύτηκε τη μητέρα του. Η συνέχεια γνωστή. Αυτοτυφλώνεται, αυτοεξορίζεται και πεθαίνει περιπλανώμενος.
Είναι πολλοί οι μελετητές που υποστηρίζουν πως στο υπόβαθρο αυτής της τραγωδίας του Σοφοκλή υπάρχει ο αθηναϊκός λοιμός του 430 π.Χ., που προκάλεσε τον θάνατο ενός μεγάλου ποσοστού των κατοίκων της πόλης, ανάμεσα στους οποίους και του ίδιου του Περικλή και των μελών της οικογένειάς του.
Όμως αυτό το σπαρακτικό και βαθιά αληθινό έργο δεν είχε καλή τύχη στους δραματικούς αγώνες όπου διαγωνίστηκε. Ο Σοφοκλής έχασε το πρώτο βραβείο επειδή μιλούσε στους συμπολίτες του για «οικεία κακά»…
Προφανώς δεν αναζητά κανείς ομοιότητες και αναλογίες με σύγχρονες καταστάσεις και σημερινά δεινά, ακόμα κι αν κάποιες από αυτές είναι προφανείς.
Είναι όμως σημαντικό να σημειώσουμε και να τονίσουμε την ευεργετική επίδραση στην τέχνη των μεγάλων γεγονότων στον βίο της ανθρωπότητας. Και να κάνουμε την ευχή να έρθει εκείνη η στιγμή που όλα όσα ζούμε σήμερα θα είναι απλώς ανάμνηση και ίσως έχουν εμπνεύσει σημαντικά έργα τέχνης.
Μέχρι τότε όμως θα πρέπει να μείνουμε όλοι μαζί και να μείνουμε όρθιοι.
* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι βουλευτής Ανατολικής Αττικής και τομεάρχης Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ