«…Βρισκόμαστε στα 1919. Κάτι ακούγεται που μας συνταράζει. Ο Πόντος θα γίνει ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος. Ανεξάρτητη Δημοκρατία του Πόντου, με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα. Απίστευτο! Και δεν είναι το μόνο απίστευτο που μαθαίνουμε. Ένα Ελληνικό πολεμικό πλοίο, ερχόταν από την Ελλάδα.
Όλοι έτρεχαν προς το Ντερμέν Ντερέ, όπου είχε αράξει το «Βέλος». Το «Βέλος», ήταν το πρώτο ελληνικό πολεμικό πλοίο, που έφτανε στην πρωτεύουσα των Κομνηνών, από τότε, που είχε σκλαβωθεί από τους Τούρκους, εδώ και τετρακόσια τόσα χρόνια. Τότε που η Τραπεζούντα ήταν ανεξάρτητη Αυτοκρατορία.
Αν η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, ήταν για μας ένα από τα πιο λυπηρά μαθήματα, η Άλωση της Τραπεζούντας, ασκούσε επάνω μας μια συγκλονιστική επίδραση. Γύρω μας, ήταν τα κάστρα των Κομνηνών.
Σώζονταν ακόμα και τάφοι αυτοκρατόρων κι εκκλησιές που έγιναν τζαμιά. Θυμηθήκαμε τον Τσιράχ (δάσκαλος του Δ. Ψαθά) και το μάθημα της Ιστορίας.
Οκτώ χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, ο Μωάμεθ ο Β΄ ο Πορθητής, αποφάσισε να καταστρέψει την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Έτσι, τον Ιούλιο του 1461, εμφανίσθηκε στην πρωτεύουσα με ισχυρό στόλο και στρατό. Αυτοκράτορας της Τραπεζούντας, ήταν τότε ο Δαυίδ Κομνηνός, γενναίος πολεμιστής με 20.000 μαχητές και 30 πολεμικά πλοία.
Η πόλη προστατευμένη από τείχη, θα έδινε την μάχη της, προκειμένου να μην υποκύψει στον επιδρομέα. Ο στρατός του Μωάμεθ, ήταν πολύ δυνατός. Οι τούρκοι άρχισαν να λεηλατούν τα περίχωρα.
Έσφαζαν, έκαιγαν, ερήμωναν τα πάντα. Ο Δαυίδ πολέμησε γενναία, αλλά εκτιμώντας την κατάσταση, έκρινε σκόπιμο να έλθει σε διαπραγματεύσεις με τον Μωάμεθ. Η συμφωνία ήταν, να παραδώσει την Τραπεζούντα, αλλά υπό τους όρους, να μην πειραχθεί ο Ελληνισμός, οι ιεροί ναοί και να διατηρηθούν υπέρ των Ελλήνων, ορισμένα δικαιώματα. Οι Τούρκοι, στάθηκαν επίορκοι και ευθύς μετά την παράδοση της Τραπεζούντας, άρχισαν τους διωγμούς και τις λεηλασίες.
Έκαψαν τα σπίτια των Ελλήνων και μετέβαλαν την Μητρόπολη και τις βιβλιοθήκες σε κατοικίες των Αγάδων. Τις εκκλησίες, σε μουσουλμανικά τεμένη. Έδωσαν τα ανάκτορα των Κομνηνών, για κατοικία του Τούρκου διοικητού, όπου πρώτος υπήρξε ο Χιτίρ Μπέης της Αμάσειας.
Στον Δαυίδ Κομνηνό και τους ευγενείς, επέτρεψαν να μεταβούν με τις οικογένειές τους στη Θράκη και τη Κωνσταντινούπολη. Διάλεξαν 800 άριστους νέους, τους οποίους κατά διαταγή του Μωάμεθ, κατέταξαν στα τάγματα γενιτσάρων.
Αυτό ήταν το τέλος της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, η ιστορία της οποίας κράτησε 250 χρόνια και ο Ελληνικός πληθυσμός έκτοτε, παραμένει κάτω από τον Τούρκικο ζυγό.
Σε λίγα χρόνια, ξανακάλεσαν τον Δαυίδ πίσω, με την προϋπόθεση να γίνει Τούρκος. Ο Δαυίδ αρνήθηκε και τότε έσφαξαν τον ίδιο και τους γιους του, ώστε να μην μείνει ίχνος, από ο σπέρμα των Κομνηνών σε όλο το δοβλέτι.
Από τότε, έχουν περάσει 458 χρόνια και τώρα, για πρώτη φορά, μετά από τεσσερισήμισι αιώνες, ερχόταν ελληνικό αντιτορπιλικό, να μας φέρει το μεγάλο μήνυμα της λευτεριάς, που περιελάμβανε το σχέδιο της «Ανεξαρτησίας του Πόντου».
Αυτό το σχέδιο υπηρετούσε το αντιτορπιλικό «Βέλος», ξεκινώντας από την Κριμαία, όπου μονάδες του ελληνικού στόλου έπαιρναν μέρος στις επιχειρήσεις της Μαύρης θάλασσας, στο πλευρό του συμμαχικού στόλου.
Για την ίδρυση της Ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Πόντου, ήταν ανάγκη να ενισχυθεί ο ελληνικός πληθυσμός. Έγινε λοιπόν η σκέψη, να μεταφερθούν στην Τραπεζούντα οι πρόσφυγες, που είχαν καταφύγει στην Κριμαία και τις άλλες πόλεις της Ρωσίας.
Το «Βέλος», θα εξέταζε το θέμα της μεταφοράς και της στέγασης των Ελλήνων προσφύγων. Έπρεπε να γιορτάσουμε το γεγονός. Άρχισαν να κτυπούν οι καμπάνες. Αποφασίστηκε δοξολογία στο Μητροπολιτικό ναό και παρέλαση υποδοχής, από τα σχολεία.
Το βράδυ στην εμπορική Λέσχη, θα δινόταν δεξίωση, προς τιμή των Αξιωματικών. Το κτήριο κατάφωτο, η μπάντα να παίζει και καλεσμένος όλος ο καλός κόσμος.
Μεγαλέμποροι, επιστήμονες, τραπεζίτες, οι αρχές του τόπου και φυσικά, οι αρμοστές της Γαλλίας, της Αγγλίας και οι Αμερικανοί σύνδεσμοι. Κι ενώ κατέφθαναν οι αξιωματικοί του «Βέλους» και η μπάντα έπαιζε τον Εθνικό Ύμνο, αντήχησαν πυροβολισμοί. Ένα δικό μας παιδί κυλίστηκε στο χώμα. Ο Μεμέτης, είχε κάνει το θαύμα του και η χαρά γύρισε σε πένθος.
Οι καλεσμένοι έφυγαν, τα φώτα έσβησαν, οι δρόμοι ερήμωσαν. Την άλλη μέρα έγινε η κηδεία του παλικαριού. Το «Βέλος» έφυγε και εμείς, μείναμε με ένα κακό προαίσθημα…»
(Από το βιβλίο του Δ.. Ψαθά «Η Γη του Πόντου»).
Το κακό προαίσθημα των Ελλήνων βγήκε αληθινό. Από εκείνη την ημέρα και μετά, αρχίζει ένας ανελέητος πόλεμος και ένας νέος ξεριζωμός των Ποντίων. Ο Δημήτρης Ψαθάς καταγόταν από την Τραπεζούντα και από μικρό παιδί βρέθηκε να εργάζεται στην εφημερίδα «Εποχή».
Όταν καταξιωμένος συγγραφέας πια, έγραψε το βιβλίο «Η γη του Πόντου», πέρα από τις αναμνήσεις του, ερεύνησε ιστορικά αρχεία και εφημερίδες εκείνης της περιόδου, μεταξύ των οποίων και την εφημερίδα «Εποχή», όπου είχε εργασθεί όταν ήταν μικρός.
Γράφει στο βιβλίο του
«…βρίσκω στο φύλλο της «Εποχής» 18 Απριλίου 1919 την περιγραφή του τραγικού περιστατικού που έγινε τη βραδιά της δεξίωσης των αξιωματικών του «Βέλους». Ο νέος που σκοτώθηκε λεγόταν Μιχάλης Ζουντουρίδης…».
Το Φεβρουάριο του 1994, η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε να καθιερωθεί η 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού.
Απόσπασμα από την εφημερίδα
«Η Φωνή του Γέρακα» Μάϊος 2013