Αν ο στόχος του πρωθυπουργού, με τη συνέντευξή του στον ΑΝΤ1, ήταν να ξεδιαλύνει κάπως τα πράγματα με την υπόθεση των υποκλοπών, η αλήθεια είναι ότι εν τέλει άφησε περισσότερα ερωτήματα να αιωρούνται παρά απάντησε ουσιαστικά για την δυσώδη αυτή υπόθεση.
Την ώρα που πυκνώνουν οι φήμες για επιπλέον «υποκλαπέντα» πολιτικά πρόσωπα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει ότι τα spyware δεν έχουν καμία σχέση με την ΕΥΠ, η Δικαιοσύνη – στην οποία ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε ουκ ολίγες φορές – καλείται να βγάλει το φίδι από την τρύπα και να το κάνει σε χρόνο όχι dt, αλλά θt, καθώς, όσο η υπόθεση των παρακολουθήσεων όζει, τόσο το πολιτικό κλίμα θα δηλητηριάζεται και θα δημιουργούνται ερωτηματικά συνολικά για την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος.
Δει δη χρόνου
Στην ουσία, πλέον, το παιχνίδι έχει περάσει στα χέρια της Δικαιοσύνης, η οποία καλείται να υπερβεί τους συνήθως αργόσυρτους ρυθμούς της, προκειμένου να ρίξει φως στην σκοτεινή αυτή υπόθεση και να αποκαλύψει τι στην ευχή συμβαίνει στη χώρα.
Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι πλέον τα χρονικά περιθώρια έως τις εκλογές έχουν στενέψει, όπερ σημαίνει ότι ο κίνδυνος η χώρα να πάει στις κάλπες με την υπόθεση αυτή ανοιχτή είναι μεγάλος και οι συνέπειες ενός τέτοιου ενδεχομένου γίνονται εύκολα αντιληπτές: πόλωση χωρίς τέλος, «χτυπήματα κάτω από τη ζώνη» και ένα πολιτικό σκηνικό που λίγο θα απέχει από το να χαρακτηριστεί… ροντέο.
Από την άλλη, αν αφήσουμε στην άκρη ατάκες όπως «υπάρχει Έλληνας ο οποίος να πιστεύει ότι μέσα σε όλα όσα έπρεπε να διαχειριστώ αυτά τα τελευταία 3,5 χρόνια, στον ελεύθερο χρόνο μου παρακολουθούσα τον υπουργό Εξωτερικών, τον υπουργό Οικονομικών, τις συζύγους υπουργών μου;» ή όπως «πίσω από τον κ. Βαξεβάνη κρύβεται ο κ. Τσίπρας.
Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι δική του είναι η στρατηγική να βουλιάξει τον τόπο στη λάσπη και σε μια απίστευτη συζήτηση, όπου πρέπει εμείς να αποδείξουμε ουσιαστικά ότι δεν είμαστε ελέφαντες», οι απαντήσεις που θα περίμενε κάποιος από τον πρωθυπουργό για μια υπόθεση που απειλεί να τινάξει στον αέρα το πολιτικό σκηνικό της χώρας μάλλον έλειψαν:
1. Αφού ο ίδιος παραδέχθηκε ότι «παράνομα λογισμικά υπάρχουν 500 περίπου αυτή τη στιγμή στην αγορά. Υπάρχουν ξένες δυνάμεις που τα διαθέτουν. Υπάρχουν ενδεχομένως οικονομικοί παράγοντες και εντός της χώρας που θα τα διέθεταν, που τα διέθεταν ή που θα ήθελαν να τα διαθέτουν», δεν εξήγησε τι έχει κάνει η κυβέρνηση έως τώρα για να διαλευκάνει αυτή τη δυσώδη υπόθεση.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις έρευνες της Δικαιοσύνης και στην απαγόρευση της διάθεσης παράνομου spyware στη χώρα, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν απτά αποτελέσματα.
2. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, στη νέα του επίκαιρη ερώτηση, διατύπωσε ένα κρίσιμο ερώτημα:
«Μπορείτε να δεσμευθείτε ενώπιον της Εθνικής Αντιπροσωπείας ότι το σύνολο ή μέρος των προσώπων, που με βάση το δημοσίευμα της εφημερίδας “Documento” φέρονται ως στόχοι παρακολούθησης από το κακόβουλο λογισμικό Predator, δεν ήταν παράλληλα και στόχοι παρακολούθησης της υπό τη δική σας πολιτική εποπτεία ΕΥΠ, όπως είχε συμβεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις με τον κ. Νίκο Ανδρουλάκη και τον κ. Θανάση Κουκάκη;».
Ο πρωθυπουργός δεν έδωσε απάντηση, πέραν του ότι «δεν είμαστε σίγουροι ποιος μπορεί να διακινεί αυτά τα κέντρα. Αυτό για το οποίο είμαστε απολύτως βέβαιοι είναι ότι η ΕΥΠ δεν ήταν αυτή. Και προφανώς εγώ δεν είχα καμία ανάμειξη».
3. Ο Μητσοτάκης δεν συζήτησε καθόλου το αίτημα που απευθύνει στην κυβέρνηση σύσσωμη η αντιπολίτευση, ήτοι την επαναφορά της ρύθμισης που επέτρεπε στους παρακολουθούμενους από την ΕΥΠ να μαθαίνουν από την υπηρεσία τους λόγους της παρακολούθησής τους.
Αντιθέτως, περιορίστηκε στο να απαριθμήσει τις πρωτοβουλίες που έλαβε ή θα λάβει η κυβέρνηση μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης αυτής και να επαναλάβει ότι ο ίδιος από την πρώτη στιγμή είπε «όλα στο φως», παρότι, όπως επισήμανε και ο Νίκος Χατζηνικολάου, σε αρκετές περιπτώσεις η κυβέρνηση δεν φάνηκε πρόθυμη να δώσει απαντήσεις.
Η «γραμμή Μητσοτάκη»
Στην ουσία, μιλώντας για «σκοτεινά κέντρα» και απόπειρες αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός επιχείρησε να θέσει και το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα συνεχίσει να κινείται στην υπόθεση αυτή. Δηλαδή:
● Από τη μία κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για σκευωρία τύπου Novartis, με στόχο να «λασπώσει» τη Ν.Δ. και τον ίδιο, καθώς και για αμφισβήτηση του «κεκτημένου της Μεταπολίτευσης» για «την εναλλαγή στην εξουσία και την απόλυτη, αδιάβλητη διαδικασία διεξαγωγής των εκλογών».
● Από την άλλη εναποθέτοντας όλο το βάρος στις έρευνες της Δικαιοσύνης και της ΑΔΑΕ. Ωστόσο, οι έρευνες αυτές κινούνται με πολύ αργούς ρυθμούς και πλέον υπάρχει φόβος ότι η χώρα θα φθάσει στις εκλογές χωρίς η υπόθεση των παρακολουθήσεων να έχει διαλευκανθεί και χωρίς να έχουν δοθεί οι απαντήσεις εκείνες που θα επέτρεπαν στην κυβέρνηση να κάνει το απαραίτητο «βήμα προς τα εμπρός».
Παράλληλα, παρότι ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε «απίστευτο ψέμα» το επίμαχο δημοσίευμα του «Documento», στην κυβέρνηση και στο Μαξίμου υπάρχει έκδηλη ανησυχία ότι το θέμα δεν θα κλείσει τόσο εύκολα.
Αντιθέτως ήδη διακινούνται πληροφορίες για πολύ περισσότερους παρακολουθούμενους (κάποιοι εκ των οποίων, και μάλιστα πολιτικοί – λένε οι φήμες – ταυτοχρόνως από την ΕΥΠ και το Predator), ενώ ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να αρχίσουν να διαρρέουν και στοιχεία από τα δεδομένα των παρακολουθήσεων.
Αν αυτό συμβεί, είναι βέβαιο ότι θα βυθίσει ακόμα περισσότερο στον βόρβορο την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά και θα αυξήσει τις αμφιβολίες των πολιτών σχετικά με τα όσα έχουν πει η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός για την υπόθεση αυτή.
Πολλώ δε μάλλον από τη στιγμή που τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν θα αφήσουν σε χλωρό κλαρί την κυβέρνηση για το θέμα των παρακολουθήσεων, αλλά και δεν αποδέχονται τη λογική «άλλο Predator, άλλο ΕΥΠ» που εξαρχής έχει υιοθετήσει ο πρωθυπουργός.
Παράλληλα, πίεση δέχεται η κυβέρνηση και από… τας Ευρώπας, όπου η εξεταστική επιτροπή PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δημοσιοποίησε χθες το προσχέδιο του πορίσματός της για την έρευνα για τη χρήση spyware (και) στην Ελλάδα.
Στο κείμενο σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι «τόσο η ΕΥΠ όσο και η κυβέρνηση αρνούνται κατηγορηματικά ότι το Predator έχει ποτέ αγοραστεί ή χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές αρχές. Παρά το γεγονός ότι η χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού είναι παράνομη στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να υπάρχει έντονη έρευνα για την προέλευση των επιθέσεων spyware».
Από την πλευρά της η Ολλανδή ευρωβουλευτής Σόφι Ιν’τ Βελτ σημείωσε με νόημα ότι για την έρευνά της η επιτροπή «έπρεπε να στηριχτούμε σε άλλες πηγές, πέραν της κυβέρνησης. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι στη ευχέρεια του Έλληνα πρωθυπουργού να άρει το απόρρητο. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό και τότε θα αποκαλυφθούν πολλές πληροφορίες».
«Λερναία ύδρα»
Το κακό με την υπόθεση των παρακολουθήσεων για την κυβέρνηση είναι ότι πλέον μοιάζει να μετατρέπεται σε «λερναία ύδρα», καθώς, κάθε φορά που ελπίζει ότι υπάρχει ύφεση, «σκάει» κάτι νέο και την επαναφέρει ξανά στο προσκήνιο:
● Υπενθυμίζεται ότι πριν το δημοσίευμα του «Documento» είχαν υπάρξει εκτενή ρεπορτάζ στα «Νέα» και το «Βήμα», τα οποία «έβαζαν στο κάδρο» πρώην υπουργούς της κυβέρνησης.
● Παράλληλα, υπήρχε μια διαρκώς εντεινόμενη φημολογία για παρακολουθήσεις και επιχειρηματιών, αλλά και δημοσιογράφων, πέραν όσων τα ονόματα έχουν γίνει γνωστά.
● Σε τρίτο επίπεδο, οι καταγγελίες για μηνύσεις SLAPP (σ.σ. φίμωσης) κατά δημοσιογράφων που ερευνούν την υπόθεση από πρώην κορυφαία μέλη της κυβέρνησης κάθε άλλο παρά διευκολύνουν το αφήγημά της περί «όλα στο φως».
● Επίσης ο συνδυασμός της υπόθεσης των υποκλοπών με την υπόθεση Πάτση «μαυρίζει» την εικόνα της κυβέρνησης σε μια ούτως ή άλλως «βεβαρημένη» περίοδο, λόγω της ακρίβειας και της ενεργειακής ανασφάλειας.
● Και, βέβαια, η διαφαινόμενη «κόντρα» της κυβέρνησης με τον Βαγγέλη Μαρινάκη (ο Μητσοτάκης είπε χαρακτηριστικά ότι «κάποιοι έχουν μπλέξει τους ρόλους εδώ. Κάποιοι θεωρούν ότι, επειδή μπορεί να έχουν μία ομάδα ή να ελέγχουν κάποια ΜΜΕ ή ενδεχομένως και τα δύο, μπορούν να εκβιάζουν, να υπαγορεύουν στην κυβέρνηση, να υπονομεύουν – αλλάζοντας απόψεις από τη μία μέρα στην άλλη – τη διαδρομή της χώρας») προσθέτει άλλο έναν παράγοντα αβεβαιότητας στην ούτως ή άλλως πολύ σύνθετη εξίσωση.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη κορυφαία στελέχη της Ν.Δ. έχουν αρχίσει… «μασάζ» στους βουλευτές του κόμματος, οι οποίοι δεν κρύβουν την απογοήτευσή τους από τις εξελίξεις.
Προφανώς, ζήτημα «ανταρσίας» δεν τίθεται, ωστόσο η ανησυχία για νέες αποκαλύψεις δεν έχει πάψει να υπάρχει, ενώ, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, αυτό που αγχώνει περισσότερο την κυβέρνηση και την Πειραιώς είναι η δημιουργία ενός διάχυτου κλίματος καχυποψίας και εσωστρέφειας μόλις λίγους μήνες πριν από τις εκλογές.
Μάλιστα τις τελευταίες ημέρες κυκλοφορούν με ένταση πληροφορίες και φήμες που επιμένουν ότι το αμέσως επόμενο διάστημα θα «σκάσουν» ονόματα υπουργών (στη λίστα του «Documento» περιλαμβάνονταν κάμποσα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου ως παρακολουθούμενοι μέσω του Predator) που τελούσαν υπό παρακολούθηση και από την ΕΥΠ.
Στην περίπτωση αυτή τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολα για την κυβέρνηση, η οποία θα κληθεί να εξηγήσει τους λόγους μιας τέτοιας πρακτικής, και μάλιστα σε στελέχη της…