Στα 8 έως 10 δισ. ευρώ υπολογίζει η Τράπεζα της Ελλάδος τα κόκκινα δάνεια της πανδημίας και παράλληλα προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 5,6% για το 2021, αναθεωρώντας προς τα πάνω, όμως, το μέγεθος της ύφεσης στο 7,5% το 2020, μία πρόβλεψη πολύ κοντά στις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών ( 8%).
Μιλώντας σήμερα σε εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε πως οι νεότερες εκτιμήσεις δείχνουν ύφεση 7,5% το 2020 στο βασικό σενάριο από 5,8% , ωστόσο το δυσμενές παραμένει στο -9,4%.
Βασικός παράγων που θα καθορίσει τις εξελίξεις είναι η παρατηρούμενη αύξηση της αποταμίευσης και πότε αυτή θα μετατραπεί σε καταναλωτική ή επενδυτική δαπάνη. Αναφορικά με τις δημοσιονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, αναμένεται πρωτογενές έλλειμμα περίπου 6% για το 2020 (εξαιρουμένων των εσόδων στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος) λόγω των μέτρων που ελήφθησαν για την πανδημία και λόγω της πτώσης των φορολογικών εσόδων από την σημαντική συρρίκνωση του ΑΕΠ.
Το δημόσιο χρέος αναμένεται να ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ ως συνέπεια των παραπάνω. Παρ’ όλα αυτά, όμως, η βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα (τοκοχρεολύσια κάτω του 15% του ΑΕΠ) συνεχίζει να ισχύει κάτω από εύλογες υποθέσεις εξέλιξης του ονομαστικού ΑΕΠ.
Σχετικά με την Bad Bank ο ο διοικητής τόνισε πως η Τράπεζα της Ελλάδος και οι σύμβουλοί της (Rothschild, BCG, Deloitte) έχουν προετοιμάσει μία λύση η οποία στηρίζεται σε μία Εταιρεία Διαχείρισης Ενεργητικού (AMC) στην οποία θα μεταφερθούν όσα θα περισσέψουν μετά την εφαρμογή του σχεδίου Ηρακλής στις τράπεζες, και αυτά που θα δημιουργηθούν από την πανδημία (περίπου 8-10 δισεκ. ευρώ).
Το σχέδιο αναμένεται να κατατεθεί στην κυβέρνηση και στους αρμόδιους ευρωπαϊκούς θεσμούς προς το τέλος Σεπτεμβρίου.
Σενάρια για την ύφεση
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, ο κορωνοϊός αφήνει βαρύ αποτύπωμα και επιπτώσεις στην παγκόσμια, στην ευρωπαϊκή, άρα και στην ελληνική, οικονομία και κοινωνία και υπογράμμισε ότι η αβεβαιότητα συνεχίζεται, και είναι κυρίαρχο στοιχείο σε όλες τις οικονομίες, και θα συνεχίζεται μέχρι να παραχθούν εμβόλια και φάρμακα για τον κορωνοϊό. Οι επιστήμονες προβλέπουν ότι αυτό θα γίνει περίπου στα μέσα του 2021.
Όπως επεσήμανε, η ελληνική οικονομία επιβαρύνεται, πέραν του κορωνοϊού, και από την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του προσφυγικού προβλήματος.
Παρά ταύτα, η επίδοσή της στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, όπου το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 7,9%, ήταν καλύτερη από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ (συρρίκνωση 9%), ενώ για όλο το έτος, η τρέχουσα πρόβλεψη της ΕΚΤ για την Ελλάδα είναι συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 7,5%, δηλαδή λίγο μικρότερη από την πρόβλεψη για τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ (8%).
“Αυτό οφείλεται ενδεχομένως στον πολύ χαμηλότερο αριθμό κρουσμάτων κορωνοϊού ανά 1000 κατοίκους στην Ελλάδα και στο ότι η επίπτωση από το lockdown φαίνεται ότι ήταν μικρότερη σε σχέση με άλλες χώρες”, πρόσθεσε.
Κυρίαρχο στοιχείο, όπως υπογράμμισε, απέναντι στην πανδημία σε επίπεδο ΕΕ είναι η κοινή δράση μέσω της δημιουργίας του Αναπτυξιακού Ταμείου (Next Generation EU Fund), το οποίο θα χρηματοδοτήσει αναπτυξιακές πρωτοβουλίες την περίοδο 2021-2026 αξίας 750 δισεκ. ευρώ σε σταθερές τιμές.
Η Ελλάδα θα εισπράξει 30,2 δισεκ. ευρώ σε σταθερές τιμές 2018, εκ των οποίων 17,7 δισεκ. ευρώ θα είναι επιχορηγήσεις και τα υπόλοιπα 12,5 δισεκ. ευρώ θα είναι πολύ χαμηλότοκα δάνεια. Οι πρώτες εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για τις επιπτώσεις του Αναπτυξιακού Ταμείου στον ετήσιο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, είναι 1,9% (δεν έχει ενσωματωθεί ακόμη στις προβλέψεις).
Η Ελλάδα, τόνισε ο κ. Στουρνάρας, θα έχει κάνει τη μετάβαση στο πολυπόθητο νέο αναπτυξιακό πρότυπο, παρά το γεγονός ότι θα είναι μια χώρα πολύ υψηλού δημόσιου χρέους, το οποίο όμως με τις ρυθμίσεις που είχαν γίνει στο παρελθόν, μπορεί να εξυπηρετείται.
Βασικός καθοριστικός παράγων για αυτό αναδεικνύεται η συνετή δημοσιονομική πολιτική σε μεσομακροπρόθεσμη βάση και, κυρίως, η επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού της χώρας.
Τραπεζικές εξελίξεις στην Ελλάδα και BAD BANK
Οι συνθήκες ρευστότητας παραμένουν πολύ θετικές, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, με σημαντική αύξηση των καταθέσεων.
Σύμφωνα με τον διοικητή, το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως (α) στον όγκο των ΜΕΔ: 60 δισεκ. ευρώ με στοιχεία α’ εξαμήνου 2020, (β) στην ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών λόγω του αυξανόμενου ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) στα συνολικά εποπτικά κεφάλαιά τους, (γ) στον κίνδυνο ξαφνικής αύξησης των ΜΕΔ (cliff effect) μετά το τέλος των moratoria, ο οποίος μπορεί να αποφευχθεί εφόσον οι τράπεζες αναλάβουν εγκαίρως τις απαραίτητες προβλέψεις.
Η εφαρμογή του σχεδίου Ηρακλής έχει πολύ θετικά αποτελέσματα, αλλά:
(α) δεν επαρκεί από μόνο του λόγω του όγκου των ΜΕΔ και
(β) δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Απαιτείται και συμπληρωματική λύση που αντιμετωπίζει ταυτόχρονα και τα δύο προβλήματα.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και οι σύμβουλοί της (Rothschild, BCG, Deloitte) έχουν προετοιμάσει μία λύση η οποία στηρίζεται σε μία Εταιρεία Διαχείρισης Ενεργητικού (AMC) στην οποία θα μεταφερθούν σε εθελοντική βάση, αρχικά στην λογιστική τους αξία, τα ΜΕΔ που θα περισσέψουν μετά την εφαρμογή του σχεδίου Ηρακλής στις τράπεζες, και αυτά που θα δημιουργηθούν από την πανδημία (περίπου 8-10 δισεκ. ευρώ).
Το σύνολο των δύο αυτών κατηγοριών ΜΕΔ εκτιμάται σε 40-45 δισεκ. ευρώ περίπου. Το σχέδιο προβλέπει σταδιακή απορρόφηση των ζημιών των τραπεζών σε ικανό βάθος χρόνου, ενώ η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση θα ενεργοποιείται όταν παρουσιάζονται ζημιές.
Επίσης, η Εταιρία Διαχείρισης Ενεργητικού θα χρησιμοποιήσει την υποδομή των servicers που έχει ήδη δημιουργηθεί. Το σχέδιο αναμένεται να κατατεθεί στην κυβέρνηση και στους αρμόδιους ευρωπαϊκούς θεσμούς προς το τέλος Σεπτεμβρίου.