Τον ισχυρισμό του προέδρου Τραμπ ότι «οι Κούρδοι δεν μας βοήθησαν στη Νορμανδία το 1944» διαψεύδει η ιστορική πραγματικότητα, όπως εξηγεί σε άρθρο της η εφημερίδα New York Times.
Σύμφωνα με τον ιστορικό και αναλυτή Μουτλού Τσιβίρογλου, πολλοί Κούρδοι που εγκατέλειψαν την οθωμανική αυτοκρατορία και τη μετέπειτα Τουρκία, μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, το 1923, κατέφυγαν στη Σοβιετική Ενωση.
Μετά την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πολλοί από αυτούς πολέμησαν στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού και στο πλευρό των Συμμάχων. «Δεν είχαν πατρίδα, δεν διέθεταν ναυτικό και δεν είχαν τίποτα στο όνομά τους. Εσπευσαν, όμως, να ενταχθούν στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού», λέει ο Τσιβίρογλου.
Η πολεμική εμπειρία των Κούρδων στον πόλεμο κατεγράφη στα παραδοσιακά τραγούδια τους, αλλά και σε βιβλία απομνημονευμάτων που εκδόθηκαν μετά τον πόλεμο. Διάσημος έγινε επίσης ο Σαμάντ Αλίγεβιτς Σιαμπαντόφ, μέλος της κουρδικής εθνότητας των Γιαζιντί, ο οποίος παρασημοφορήθηκε στο πεδίο της μάχης και προβλήθηκε στις σελίδες της αγγλόφωνης σοβιετικής εφημερίδας Moscow News, το 1946.
Επικριτές των δηλώσεων του προέδρου Τραμπ για τον ρόλο των Κούρδων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υποστηρίζουν ότι η επιλογή του προέδρου να κατηγορήσει συλλήβδην τους Κούρδους για «αποχή» από την απόβαση στη Νορμανδία υπήρξε τουλάχιστον ατυχής, καθώς οι Κούρδοι ήταν τότε –και παραμένουν– απάτριδες και η στάση τους την περίοδο εκείνη δεν μπορεί να κριθεί συνολικά, παρά μόνο ατομικά.
Αλλοι υπενθυμίζουν στον πρόεδρο Τραμπ ότι οι ΗΠΑ είναι σήμερα σύμμαχοι με τη Γερμανία, την Ιαπωνία και την Ιταλία, τις κυριότερες δυνάμεις του Αξονα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αλλοι πάλι αναρωτήθηκαν ποια ήταν η συμμετοχή και η στάση της οικογένειας Τραμπ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπενθυμίζοντας ότι ο σημερινός πρόεδρος εξασφάλισε όχι μία, αλλά πέντε αναβολές για λόγους υγείας, σε μια προσπάθεια να αποφύγει να υπηρετήσει στο Βιετνάμ.