Ο ήχος της γεμάτης Τούμπας, βγαίνει υπόκωφος από τα θεμέλια της. Σα να πρόκειται για τον ήχο τεράστιων αεροπλάνων που ταυτόχρονα απογειώνονται.
Τα συνθήματα, τα χρώματα και οι ιαχές της έχουν γίνει συνώνυμα με την οπαδική αφοσίωση και την υστερία των οπαδών της ομάδας.
Πενήντα εννέα χρόνων ζωής και λειτουργίας, συμπληρώνει σήμερα το γήπεδο του ΠΑΟΚ, η φημισμένη έδρα της Τούμπας που φιλοξενεί τον ιστορικό “Δικέφαλο του Βορρά” στα 2/3 της διαδρομής του από την ίδρυση του ως τώρα, από το 1959 που κατασκευάστηκε ως σήμερα.
Ηταν 6 Σεπτέμβρη λοιπόν, όταν εγκαινιάστηκε το θρυλικό γήπεδο στην Τούμπα της Θεσσαλονίκης. Ηταν το δεύτερο γήπεδο του ΠΑΟΚ, μετά από αυτό του Πανεπιστημίου ή αλλιώς Συντριβανίου, στο κέντρο της πόλης.
Ο ΠΑΟΚ έπρεπε να μετεγκατασταθεί και σαν σήμερα, το 1959 έπαιρνε σάρκα και οστά το όραμα του, με ένα νέο γήπεδο για να μεταμορφωθεί σύντομα αυτό, σε μια «καυτή» ποδοσφαιρική έδρα, ικανή να «λυγίσει» και την πιο άφοβη ομάδα, όταν ο γηπεδούχος ΠΑΟΚ ήταν ικανός να παίξει καλό και μεστό ποδόσφαιρο ενθουσιάζοντας το κοινό του.
Η 6η Σεπτεμβρίου του 1959 δεν ήταν μια συνηθισμένη μέρα.
Ο κόσμος που ανηφόριζε προς την Τούμπα εκείνο το Κυριακάτικο απόγευμα, πολύ πιθανόν να μην είχε συνειδητοποιήσει ότι γινόταν μάρτυρας σε μια κομβική στιγμή της ιστορίας του συλλόγου που λάτρευε. Κι όμως.
Τη μέρα εκείνη γίνονταν τα επίσημα εγκαίνια του γηπέδου του ΠΑΟΚ. H Τούμπα ήταν γεγονός! Το γήπεδο ήταν γεμάτο από 20.000 ΠΑΟΚτσήδες.
Κοντά στο λαό του ΠΑΟΚ και όλη η “ελίτ” κοινωνία της Θεσσαλονίκης, αλλά και του Ελληνικού ποδοσφαίρου.
Η αρχική χωρητικότητα του γηπέδου ήταν 20 χιλιάδων θέσεων. Η θύρα των επισήμων ονομάστηκε “θύρα των ευεργετών” και ήταν η μοναδική που από τότε ήταν όπως και σήμερα (εκτός από τα πλαστικά καθίσματα που αντικαταστάθηκαν με αναπαυτικές πολυθρόνες), ενώ οι θύρες 3, 4, 5, 6 ήταν μισές απ` ότι σήμερα.
Δεν υπήρχαν οι θύρες 7, 8 και 2, περιμετρικά υπήρχε ένας μεγάλος τοίχος ο οποίος αργότερα γκρεμίστηκε ενώ το γήπεδο από την αρχή είχε χόρτο και μαζί με το γήπεδο της Λεωφόρου ήταν τα μόνα που διέθεταν χλοοτάπητα εκείνη την εποχή.
Η αναγκαιότητα κατασκευής νέου γηπέδου του ΠΑΟΚ ήταν επιβεβλημένη τα χρόνια εκείνα, αφού το 1956 αποφασίστηκε η απαλλοτρίωση του γηπέδου στο Συντριβάνι (όπου αργότερα δημιουργήθηκε η Θεολογική Σχολή), και ο ΠΑΟΚ ήταν αναγκασμένος να ψάξει για νέο γήπεδο, παρά το γεγονός ότι το είχε επεκτείνει το 1930.
Ο χώρος που βρέθηκε στην Άνω Τούμπα για την ανέγερση του γηπέδου ανήκε στο Ταμείο Εθνικής Άμυνας. Ο πρόεδρος της επιτροπής για την ανέγερση του γηπέδου Γιώργος Θέμελης (υφυπουργός τότε Εθνικής Άμυνας) παραχώρησε το Μάιο του 1957, 30 στρέμματα. Με την απόφαση 41/485 της 11ης Μαίου 1957, εκδόθηκε το παραχωρητήριο, και τα 30 στρέμματα της έκτασης πέρασαν στην ιδιοκτησία του ΠΑΟΚ.
Το αντίτιμο ήταν 1.500.000 δραχμές που έπρεπε να εξοφληθεί σε 20 μήνες.
Το πρωτόκολλο παραλαβής έγινε στις 7 Φεβρουαρίου 1958 και το υπέγραψαν από πλευράς ΠΑΟΚ οι Σταύρος Γεωργιάδης και Β. Σιδηρόπουλος.
Με την παραχώρηση – αγορά του οικοπέδου, αρχίζουν οικονομικά προβλήματα για τον ΠΑΟΚ και χρειάζεται η οικονομική αλλά και η εργατική βοήθεια. Οι εργασίες δεν μπορούσαν να ξεκινήσουν, καθώς από τα 6 εκατομμύρια που απαιτούνταν για την έναρξη των εργασιών, το επίσημο κράτος μέσω της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού διέθεσε μόλις 1 εκατομμύριο.
Επιπλέον, ο χώρος που είχε βρεθεί δεν ήταν τελείως ελεύθερος, καθώς στην περιοχή υπήρχαν στρατιωτικά toll στα οποία διέμεναν 182 προσφυγικές οικογένειες, την μετεγκατάσταση των οποίων πλήρωσε και πάλι ο ΠΑΟΚ.
Η διοίκηση του Δικεφάλου υποχρεώθηκε να ζητήσει τη συνδρομή των φιλάθλων του ΠΑΟΚ με την έκδοση του Λαχείου “Ανεγέρσεως νέου Σταδίου του ΠΑΟΚ”, το οποίο κόστιζε 20 δραχμές, κυκλοφόρησε σε όλη την Ελλάδα και όπως ήταν αναμενόμενο καλύφθηκε με ταχύτητα από τον κόσμο του ΠΑΟΚ που διψούσε να δει την ομάδα του ξανά στεγασμένη.
Με την αμέριστη συμπαράσταση λοιπόν του κόσμου του ΠΑΟΚ ξεκίνησαν οι εργασίες το 1958 και τελικά η αποπεράτωση του γηπέδου έγινε τον Αύγουστο του 1959. Με την χειρωνακτική και κατασκευαστική συνδρομή φιλάθλων, που μπορούσαν να συμμετάσχουν αφιλοκερδώς στην κατασκευή του γηπέδου.
Την ημέρα των εγκαινίων του γηπέδου, 6/9/1959 έγινε και το πρώτο ανεπίσημο παιχνίδι, με αντίπαλο την ΑΕΚ, τον Δικέφαλο της Αθήνας, την άλλη ομάδα του ξεριζωμένου ελληνισμού.
Στις 5.30 το απόγευμα ένα στρατιωτικό αεροπλάνο έριξε στη σέντρα του γηπέδου την μπάλα για το πρώτο εναρκτήριο λάκτισμα.
20 λεπτά αργότερα η Τούμπα ένιωσε τις πρώτες ζητωκραυγές από το πρώτο (και μοναδικό για τον αγώνα εκείνο) γκολ που πέτυχε με δυνατό σουτ ο Κιουρτζής, και έδωσε την πρώτη νίκη στον ΠΑΟΚ με 1-0 σε βάρος της ΑΕΚ.
Για την ιστορία, η πρώτη σύνθεση του “Δικεφάλου” μέσα στην Τούμπα ήταν: Πρόγιος, Χασιώτης, Κεμανίδης, Πετρίδης, Χαβανίδης, Γιαννέλος, Λέανδρος, Τσίντογλου, Κουϊρουκίδης, Κιουρτζής, Νικολαϊδης.
Το παιχνίδι μάλιστα εκείνο διήρκεσε 70 μόλις λεπτά γιατί με την τελετή των εγκαινίων είχε περάσει η ώρα και ο κόσμος δεν θα μπορούσε να περιμένει ως την λήξη λόγω του σκότους που ήδη είχε αρχίσει να πέφτει ελλείψει και φωτισμού.
Το πρώτο ρεκόρ εισιτηρίων καταγράφηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1959, λίγες μέρες αργότερα, που ήταν και το πρώτο sold out του γηπέδου στο φιλικό παιχνίδι με τον Ολυμπιακό (14.050 εισιτήρια και 284.151 δρχ. εισπράξεις). Το σκορ ήταν τελικά ισόπαλο 1-1 με τον Ολυμπιακό να προηγείται με τον Γιώργο Σιδέρη και τον ΠΑΟΚ να ισοφαρίζει με τον Λέανδρο Συμεωνίδη.(διακρίνεται στην παρακάτω φωτογραφία)
Ο πρώτος επίσημος αγώνας στην Τούμπα έγινε στις 25 Οκτωβρίου του 1959, όταν στα πλαίσια της πρώτης αγωνιστικής του 1ου πρωταθλήματος της νεοσύστατης Α` Εθνικής κατηγορίας, ο ΠΑΟΚ υποδέχτηκε και νίκησε με 3-2 τον Μέγα Αλέξανδρο Κατερίνης. Το σκορ άνοιξε για τον ΠΑΟΚ ο Βαγγέλης Καραφουλίδης στο 24` πετυχαίνοντας το πρώτο “επίσημο” γκολ στην Τούμπα. Το γκολ εκείνο μάλιστα σημειώθηκε με απ`ευθείας χτύπημα φάουλ.
Καθ`όλη τη δεκαετία του `60, η Τούμπα ήταν ένα διαρκές εργοτάξιο. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του `60 η χωρητικότητα έφτασε τις 30 χιλιάδες, και στις 19 Μαρτίου του 1967 σε έναν αγώνα με τον Ολυμπιακό (σκορ 2-0) έσπασε για πρώτη φορά το φράγμα των 30 χιλιάδων εισιτηρίων (31.504).
Στις αρχές της δεκαετίας του `70 οι απαιτήσεις του ΠΑΟΚ αύξησαν την χωρητικότητα στις 45 000 θέσεις! Ήταν το αποκορύφωμα της ΠΑΟΚτσήδικης θέλησης, που κάτω από τεράστιες αντιξοότητες ξεκίνησε περίπου 10 χρόνια νωρίτερα την προσπάθεια για το μεγάλο όραμα.
Το 1978 με τον μεγάλο σεισμό στην Θεσσαλονίκη, η Τούμπα, σαν ανοιχτός και ασφαλής χώρος, φιλοξένησε τους σεισμόπληκτους της περιοχής, ενώ τα προβλήματα που δημιούργησε η ισχυρή δόνηση τον Ιούλιο του 78, έφερε και συνέπειες στο ίδιο γήπεδο.
Στις 22 Μαρτίου του 1980 ένα απόγευμα Σαββάτου, κατέρρευσε η θύρα 8 χωρίς θύματα αφού έπεσε στην διάρκεια μιάς “νεκρής” μέρας.
Ο ΠΑΟΚ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει προσωρινά το γήπεδο του και να μετεγκατασταθεί στο Καυτανζόγλειο αλλά και στο γήπεδο Χαριλάου.
Παράλληλα με την επέκταση των κερκίδων, δημιουργήθηκαν κι άλλοι χώροι για αξιοποίηση των εγκαταστάσεων, με σπουδαιότερη την κατασκευή γυμναστηρίου κάτω από την θύρα 3. Μέσα στον αγωνιστικό χώρο δημιουργήθηκε κουλουάρ στίβου και γήπεδο μπάσκετ μπροστά από την θύρα 4 .
Μια σημαντική στιγμή στην ιστορία της Τούμπας ήταν η τοποθέτηση προβολέων, για την δυνατότητα διεξαγωγής νυχτερινών αγώνων.
`Ηταν στις 20 Μαίου του 1970, όταν μάλιστα για τον πρώτο νυχτερινό του αγώνα, ο ΠΑΟΚ προσκάλεσε τη Μίλαν, η οποία ήταν η κορυφαία ομάδα της Ευρώπης (κάτοχος του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από το 1969 αλλά και του Διηπειρωτικού). Ο αγώνας, για την ιστορία, έληξε ισόπαλος 0-0.
Με την πάροδο των χρόνων το γήπεδο της Τούμπας, άλλαξε μορφή, όγκο και χωρητικότητα, αντικατέστησε τους προβολείς με πιο σύγχρονους και από το 2004 απόκτησε ένα μεγάλο σύγχρονο κτήριο διοίκησης, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων και την χρήση του γηπέδου σαν ολυμπιακό προπονητήριο ποδοσφαίρου,, όπου στεγάστηκαν οι πολυποίκιλες υπηρεσίες του συλλόγου, δημιουργήθηκαν θέσεις VIP και φιλοξενήθηκαν τμήματα της ομάδας ακόμα και των άλλων αθλημάτων, μέχρι να κατασκευαστεί το Κλειστό γήπεδο στην Πυλαία, όπου πήρε τα τμήματα μπάσκετ και βόλεϊ.
Η χωρητικότητα του γηπέδου μειώθηκε από 45.000 στις 28.000 καθώς οι προδιαγραφές ασφαλείας επέβαλαν αλλαγές και τοποθέτηση καθισμάτων ώστε να υπάρχουν διάδρομοι και ζώνες που οδηγούν στους κοινόχρηστους χώρους.
Παρ’ όλα αυτά το γήπεδο Τούμπας, πέρα από την ιστορικότητα του και τον συμβολισμό του για τον κόσμο του ΠΑΟΚ παραμένει ένα παρωχημένο κατασκευαστικά γήπεδο, με λιγοστές θύρες, περιορισμένα πάρκινγκ αυτοκινήτων και ακόμα περισσότερο, ελάχιστες οδικές αρτηρίες για την πρόσβαση και έγκαιρη απομάκρυνση από αυτό.
Μπορεί τα προηγούμενα χρόνια να έγιναν υποστηλωματικές εργασίες σε όλες τις κερκίδες και να μην εγκυμονεί πλέον κινδύνους η στατικότητα της κατασκευής, αλλά για να πάει και να φύγει κυρίως, κάποιος φίλαθλος στο γήπεδο, θα χρειαστεί χρόνο και υπομονή.
Αυτό έχει δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια ένα ανοιχτό θέμα και πολλές συζητήσεις για την ανάγκη κατασκευής νέου γηπέδου, που παραμένει σε εκκρεμότητα, καθώς ο τελευταίος πρόεδρος και ιδιοκτήτης της ομάδας, Ιβάν Σαββίδης, δεν έχει αποφασίσει τελεσίδικα αν θα βελτιώσει τις ήδη υπάρχουσες συνθήκες και εγκαταστάσεις στο γήπεδο με ένα επί πλέον γενναίο λίφτιγκ, ή θα προχωρήσει στην πιο αναγκαία αλλά και ανάλογα δαπανηρή λύση που είναι η κατασκευή νέου γηπέδου, σε νέο χώρο μακριά από το κέντρο της πόλης όπως είναι πλέον η Τούμπα.
Της Τούμπας, που έγινε πασίγνωστη σε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο λόγω του γηπέδου του ΠΑΟΚ, που τραγουδήθηκε και καταγράφηκε από δεκάδες ανθρώπους για την μοναδικότητα και την ευρύτερη ποδοσφαιρική της σημασία. Αν και όποτε η Τούμπα γκρεμιστεί, μια μεγάλη εποχή θα έχει τελειώσει.
Ως τώρα η Ιστορία του γηπέδου του ΠΑΟΚ συνεχίζεται.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ