Σήμερα, ο ανασχεδιασμός και η «επαναθεσμοθέτηση» των λειτουργιών και των αρμοδιοτήτων των δύο βαθμών της χώρας, αποτελεί, όχι κάποιου είδους τεχνοκρατικό ζήτημα, αλλά κρίσιμο στοίχημα Δημοκρατίας.
Σε αυτή τη συγκυρία η Αυτοδιοίκηση, Δήμοι και Περιφέρειες, έχει και λόγο και ρόλο, για την εμβάθυνση της Δημοκρατίας και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της πολιτικής. Η τοπική δημοκρατία, με άλλα λόγια, μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης και μέσο αντιμετώπισης των φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού, αύξησης των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, ρατσισμού, ξενοφοβίας.
Για να επιτελέσει όμως αυτή την αποστολή, στη χώρα μας, πρέπει άμεσα να προχωρήσει η ανασυγκρότησή της. Άλλωστε αυτή η απαραίτητη μεταρρύθμιση δεν έχει δημοσιονομικό κόστος – το αντίθετο μάλιστα: «οπλίζει» την κυβέρνηση στην διαπραγμάτευση με τους δανειστές καθιστώντας παράλληλα την Αυτοδιοίκηση πραγματική Αυτοδιοίκηση και όχι ετεροδιοίκηση, όπως είναι σήμερα.
Έτσι, οι Περιφέρειες πρέπει να απαλλαγούν από θεσμικά «βαρίδια» και ελλείμματα και να λειτουργήσουν σε ένα σαφές κανονιστικό πλαίσιο που τους επιτρέπει να επεμβαίνουν αποτελεσματικά σε ζητήματα, όπως π.χ., το μεταναστευτικό / προσφυγικό φαινόμενο, όπου η Αυτοδιοίκηση έχει μόνο στήριγμα την αλληλεγγύη των πολιτών καθώς ο νόμος 4375/2016, εκχωρεί μεν αρμοδιότητες αλλά είναι προσωρινός.
Απαιτείται λοιπόν ο άμεσος επανασχεδιασμός των αρμοδιοτήτων και της λειτουργίας Περιφερειών με τα πληθυσμιακά, οικονομικά, κοινωνικά χαρακτηριστικά της Αττικής στην κατεύθυνση της ανάδειξης του μητροπολιτικού της χαρακτήρα στο πλαίσιο μιας σύγχρονης πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, με βάση την αρχή της επικουρικότητας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι θεσμοί όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης υπογραμμίζουν τη σημασία της «περιφερειοποίησης» (π.χ η ειδική έκθεση του Κογκρέσου των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών, όπου τονίζονται τα οφέλη της «περιφερειοποίησης» με όρους δημόσιων υπηρεσιών και ανάπτυξης).
Σε αυτό το πλαίσιο, η Περιφέρεια Αττικής ολοκλήρωσε σχετική επεξεργασία με στόχο την αποτελεσματική (χωρίς γραφειοκρατία, διαφθορά) λειτουργία για την εκπλήρωση του αναπτυξιακού και κοινωνικού ρόλου της Αυτοδιοίκησης.
Συγκεκριμένα οι προτάσεις της εστιάζονται σε τέσσερα σημεία:
Πρώτον: στη ρητή συνταγματική κατοχύρωση της έννοιας της μητροπολιτικότητας στο άρθρο 102 του Συντάγματος. Ανεξάρτητα ή πέρα από την κατοχύρωση αυτή, επιβάλλεται η συνεκτική οριοθέτηση της μητροπολιτικότητας τόσο λειτουργικά όσο και γεωγραφικά, με κατάλληλη προσαρμογή και εξάλειψη των αντιφάσεων του Καλλικράτη (που προβλέπει μεν στο άρθρο 210 μητροπολιτικό χαρακτήρα αλλά με ατελή τρόπο), προκειμένου οι Περιφέρειες να καταστούν παράγοντες αυτοτελούς σχεδιασμού παρεμβάσεων και φορείς συντονισμού τους μέσα από συνέργειες με τους υπόλοιπους ΟΤΑ, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης άσκησης – όχι μόνο με ατομικές πράξεις και συμβάσεις αλλά και με κανονιστικές ρυθμίσεις – των μητροπολιτικών αρμοδιοτήτων. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του πρώην ΟΡΣΑ, του οποίου οι αρμοδιότητες μεταφέρθηκαν στην κεντρική διοίκηση, με αποτέλεσμα οι φορείς των ΟΤΑ, με κύρια την Περιφέρεια Αττικής, να αποξενωθούν από τη δυνατότητα παρέμβασης σε ζητήματα χωροθέτησης μεγάλων εκτάσεων διαδημοτικού χαρακτήρα, π.χ. Παραλιακό Μέτωπο.
Δεύτερον: Στην ανάδειξη της ενότητας και της συνέχειας της κρατικής πολιτικής. Έτσι, αποφεύγεται η αλληλεπικάλυψη των εμπλεκόμενων φορέων και παύουν, τραγελαφικές καταστάσεις ως προς το ποιος είναι αρμόδιος, ο Δήμος ή η Περιφέρεια, για τη συντήρηση π.χ. μιας πεζογέφυρας που τα θεμέλιά της πατούν άλλοτε σε πεζοδρόμια και άλλοτε σε δρόμους! Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές, συνεπάγονται απίστευτη κατασπατάληση πόρων και ανθρώπινου δυναμικού και στερούν την αναμενόμενη από τους πολίτες αποτελεσματικότητα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Τρίτον: στη συνταγματική κατοχύρωση των αρμοδιοτήτων των ΟΤΑ, και ειδικότερα των Περιφερειών, στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, είτε ευθέως εκ του Συντάγματος (με τροποποίηση τουλάχιστον του άρθρου 102 με την προσθήκη ειδικής πρόβλεψης για την άσκηση ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων από τους Ο.Τ.Α.) είτε με την πρόβλεψη δυνατότητας για γενική ή συγκεκριμένη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από το νομοθέτη ή/ και την κεντρική διοίκηση. Έτσι, αν την αρμοδιότητα για τα προβλήματα που προκύπτουν από επικαλύψεις και συγκρούσεις χρήσεων γης, την αναλάβουν οι Περιφέρειες, θα επιλυθούν χρόνια προβλήματα των τοπικών κοινωνιών με αποτέλεσμα οι πολίτες να μπορούν να αξιοποιήσουν τις περιουσίες τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα επιχειρήσεων που ενώ έχουν αδειοδοτηθεί στο παρελθόν ως προς τη συγκεκριμένη δραστηριότητά τους, μια αλλαγή χρήσεων γης που δεν προέβλεψε, από απλή παράλειψη, τη συγκεκριμένη χρήση, δεν επιτρέπει την εκ νέου αδειοδότηση της επιχείρησης λόγω ανανέωσης ή μεταβίβασής της.
Τέταρτον: στη συνταγματική κατοχύρωση της φορολογικής αποκέντρωσης, με νέα ρύθμιση με την οποία θα διασφαλίζεται η είσπραξη και η απόδοση δημόσιων πόρων από φόρους ή τέλη για την τοπική αυτοδιοίκηση. Και παράλληλα με τη θεσμοποίηση της δυνατότητας των ΟΤΑ, στο πλαίσιο της γενικής πολιτικής της κυβέρνησης, να καθορίζουν και να εισπράττουν με δικούς τους μηχανισμούς πόρους, (από τέλη αλλά και από φόρους), το περιεχόμενο των οποίων θα καθορίζεται καταρχήν από το νομοθέτη, αλλά θα εξειδικεύεται από τους ίδιους τους ΟΤΑ.
Οι σχετικές προτάσεις μπορούν να αποτελέσουν αφετηρία δημόσιου διαλόγου που θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει από… χθες.