Πάνος Κυπαρίσσης, «Tattoo», Ενύπνιον 2024 / Ένα λιτό και στέρεο ποιητικό σύμπαν / της Άννας Γρίβα

Πάνος Κυπαρίσσης

Στο τέ­λος του Μα­ΐ­ου του πα­ρό­ντος έτους εί­χα την τύ­χη να πα­ρα­κο­λου­θή­σω στο θέ­α­τρο «Φούρ­νος» τη Γέρ­μα του Φε­ντε­ρί­κο Γκαρ­θία Λόρ­κα, σε με­τά­φρα­ση και σκη­νο­θε­σία του Πάνου Κυπαρίσση.  

Ο Κυ­πα­ρίσ­σης επέ­λε­ξε τό­σο στην από­δο­ση του κει­μέ­νου όσο και στη σκη­νο­θε­τι­κή προ­σέγ­γι­ση ένα ύφος δω­ρι­κό και μα­ζί βα­θιά λυ­ρι­κό. Ένιω­σα λες και βρέ­θη­κα έξαφ­να σε έναν κό­σμο όπου το ελά­χι­στο –κά­θε λέ­ξη, κά­θε ανά­σα– μπο­ρού­σε να προ­σφέ­ρει τρο­φή και συ­γκί­νη­ση οι οποί­ες θα απλώ­νο­νταν μέ­σα στον χρό­νο, όπως συ­χνά αι­σθα­νό­μα­στε όταν έχου­με προ­σεγ­γί­σει τα σπου­δαία και δια­χρο­νι­κά έρ­γα.

Για­τί όμως εκ­κι­νώ από την κρί­ση μου για τη θε­α­τρι­κή πα­ρά­στα­ση, τη στιγ­μή που σκο­πεύ­σω να μι­λή­σω για το πιο πρό­σφα­το βι­βλίο του Πά­νου Κυ­πα­ρίσ­ση;

Πρώ­τον, για­τί ο Κυ­πα­ρίσ­σης ού­τως ή άλ­λως, σε κά­θε βή­μα της δια­δρο­μής τους πο­ρεύ­ε­ται αλ­λη­λο­τρο­φο­δο­τώ­ντας τα δια­φο­ρε­τι­κά πε­δία της γνώ­σης και της τέ­χνης: μαθηματικά και φι­λο­λο­γία, θέ­α­τρο και κι­νη­μα­το­γρά­φος και ποί­η­ση.

Δεύ­τε­ρον, για­τί η δωρικό­τη­τα που συ­νά­ντη­σα στη Γέρ­μα εί­ναι η δω­ρι­κό­τη­τα του Tattoo, ενός βι­βλί­ου το οποίο κα­τά τη γνώ­μη μου θέ­τει μια καί­ρια θέ­ση: η σύγ­χρο­νη ποί­η­ση μπο­ρεί να επι­στρέ­ψει στο «ελά­χι­στο», να συ­μπυ­κνώ­σει ακέ­ραια την ου­σία, να γί­νει ένα μι­κρό και αό­ρα­το κε­ντρί που αφυ­πνί­ζει τον βα­θύ­τε­ρο πυ­ρή­να μας με λί­γες λέ­ξεις, χω­ρίς να έχει ανά­γκη τί­πο­τα πε­ρισ­σό­τε­ρο, όπως συ­νέ­βη και στη λι­τή σκη­νή της Γέρ­μα.

Ποι­ή­μα­τα σύ­ντο­μα και πο­λύ σύ­ντο­μα μας κα­λούν διαρ­κώς να κα­τα­δυ­θού­με και συγ­χρό­νως να πε­τά­ξου­με, κα­λύ­πτο­ντας μια πλή­ρη εσω­τε­ρι­κή πο­ρεία, από τα άδυ­τα και τα πιο σκο­τει­νά το­πία των φό­βων, των μα­ταιώ­σε­ων και του πέν­θους μέ­χρι τις υψη­λό­τε­ρες πνευ­μα­τι­κές ενο­ρά­σεις, το ψυ­χι­κό φως, τις λε­πτό­τε­ρες απο­χρώ­σεις της ομορ­φιάς της φύ­σης και του κό­σμου:

Πώς τη ρί­ζα σου ν’ απαρ­νη­θείς
δι­κό σου δρό­μο κά­πο­τε ν’ ανοί­ξεις;
Να ρί­ξεις το δέ­ντρο να συρ­θεί
κι απ’ τα νε­κρά κλα­διά του
φτε­ρά σου ν’ απο­κτή­σεις

(«Οφειλή», απόσπασμα)

Οι τρεις ενό­τη­τες του βι­βλί­ου, που τι­τλο­φο­ρού­νται «Ου­ρα­νό­θεν», «Θύ­ρα­θεν», «Οί­κο­θεν», θέ­τουν ευ­διά­κρι­τα ορι­σμέ­να θέ­μα­τα των ποι­η­μά­των, τα οποία όμως υπει­σέρ­χο­νται και αλ­λη­λοεισ­δύ­ουν τε­λι­κά σε όλη την έκτα­ση της συλ­λο­γής: την προ­σέγ­γι­ση αδιό­ρα­των δια­δι­κα­σιών, που συ­χνά αφο­ρούν την ποι­η­τι­κή δη­μιουρ­γία αλ­λά και τις μυ­στη­ριώ­δεις ψυ­χι­κές-πνευ­μα­τι­κές ισορ­ρο­πί­ες, κα­θώς και τη συ­μπό­ρευ­ση της μνή­μης που προ­έρ­χε­ται από τον «με­γά­λο κό­σμο» ― τους μύ­θους, τις αφη­γή­σεις και τα υλι­κά τους απο­τυ­πώ­μα­τα- με μια μνή­μη που κι­νη­το­ποιεί­ται από ατο­μι­κές εμπει­ρί­ες.

Κα­τα­γρά­φω πα­ρα­δειγ­μα­τι­κά το ποί­η­μα «Κρα­νί­ου τό­πος», όπου το μυ­θι­κό υπό­βα­θρο συ­νυ­πάρ­χει με τη θέ­α­ση του πα­ρό­ντος και της οι­κο­λο­γι­κής κρί­σης αλ­λά και με μια αλ­λη­γο­ρία ποι­κί­λων συν­δη­λώ­σε­ων που δύ­να­νται να αφο­ρούν την εσω­τε­ρι­κή ζωή μας:

Και η Μα­γδα­λη­νή
τα πό­δια τί­νος τώ­ρα να ξε­πλύ­νει

Ού­τε λου­λού­δι που­θε­νά
να σκύ­ψει

Ξε­χω­ρί­ζω σε όλο το βι­βλίο το μο­τί­βο πτή­σης και κα­τά­δυ­σης, που προ­σφέ­ρει δυ­να­μι­κή και εξέ­λι­ξη στους στί­χους κα­θώς τα ποι­ή­μα­τα δια­δέ­χο­νται το ένα το άλ­λο. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό το πα­ρα­κά­τω από­σπα­σμα που εμπλέ­κει πτή­ση και κα­τα­βύ­θι­ση ως δύο όψεις του ίδιου νο­μί­σμα­τος:

Στον ου­ρα­νό πο­θείς
χω­ρίς ανά­λυ­ση κα­μιά
να βυ­θι­στείς

(«Βουλιμία γνωστική»)

Η κο­φτή και «ολι­γαρ­κής» γλώσ­σα, η χρή­ση του στιγ­μιό­τυ­που που φέ­ρει όμως κρυ­πτι­κά μέ­σα του ευ­ρύ­τε­ρους χρό­νους κα­θώς και η πο­λυ­ση­μία κά­ποιων λέ­ξε­ων που έχουν κομ­βι­κή ση­μα­σία για την προ­σέγ­γι­ση του ποι­ή­μα­τος θε­ω­ρώ πως εί­ναι με­ρι­κές μό­νο από τις πτυ­χές του βι­βλί­ου που συ­νο­μι­λούν ου­σιω­δώς και με πρω­τό­τυ­πο τρό­πο με τη μο­ντερ­νι­στι­κή πα­ρά­δο­ση και τον επι­γραμ­μα­τι­κό λό­γο. Θέ­τω ως χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα που συ­γκε­ρά­ζει τις πα­ρα­πά­νω επι­λο­γές το ποί­η­μα «Αμ­φι­ση­μία»:

Φο­ρά­ει πρά­σι­να ο γκρε­μός
και κά­πο­τε μες στ’ άν­θη
Πε­ρι­μέ­νει

Το Tattoo επι­χει­ρεί στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μια συ­νο­μι­λία με τη σιω­πή, με το άρ­ρη­το, με εκεί­νο δη­λα­δή με το οποίο δια­χρο­νι­κά κα­τα­πιά­νε­ται η ποί­η­ση, επι­διώ­κο­ντας τε­λι­κά να εκ­φρά­σει όσα αλ­λιώς εί­ναι ανέ­φι­κτο να εκ­φρα­στούν. Ή για να το πού­με με τα λό­για του επι­γραμ­μα­τι­κού ποι­ή­μα­τος «Ολό­γραμ­μα»:

Με σιω­πή
η σιω­πή
τη σιω­πή της λύ­νει.

Άννα Γρίβα (Αθήνα 1985)

Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στην Αθήνα και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Ποιήματα και πεζά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Η ποιητική της συλλογή Δαιμόνιοι τιμήθηκε με το Βραβείο «Γ. Αθάνας» της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2025 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης.

https://www.hartismag.gr/hartis-80/biblia/ena-lito-kai-stereo-poiitiko-sympan

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.