Ανοιχτή επιστολή μελών της ομάδας επαγγελματιών ψυχικής υγείας για τον ανοιχτό διάλογο

Με ανοιχτή επιστολή τους, 18 επαγγελματίες ψυχικής υγείας, μέλη της Ομάδας για τον ανοιχτό διάλογο, δημοσιοποιούν τις θέσεις και ανησυχίες τους για τις ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας, με την προσδοκία να βρεθούν ανοιχτοί αισθητήρες και να κινητοποιηθούν κοινωνικά ανακλαστικά.

Αφορμή για το κείμενο αυτό, -αναφέρεται στην ανακοίνωση- στάθηκαν ορισμένες πρόσφατες αποφάσεις του ελληνικού κοινοβουλίου στα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ειδικότερα:

1. Η πρώτη είναι η καταψήφιση της προτεινόμενης τροποποίησης του άρθρου 5 του Συντάγματος, η οποία προέβλεπε τη διεύρυνση της απαγόρευσης διακρίσεων, ώστε να συμπεριληφθούν ρητά ο σεξουαλικός προσανατολισμός, το φύλο, η ταυτότητα φύλου και η αναπηρία.

2. Η δεύτερη είναι η ψήφιση του νέου νόμου για το άσυλο, όπου, μεταξύ άλλων, δεν συμπεριλήφθηκε το Μετατραυματικό Στρες ως κριτήριο στην αξιολόγηση της ευαλωτότητας των αιτούντων άσυλο καθώς και η προώθηση, στο πλαίσιο αυτό, μιας σειράς μέτρων για τους μετανάστες – πρόσφυγες τα οποία καταστρατηγούν τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως λ.χ. οι κλειστές δομές φιλοξενίας.

Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας, που έχουμε εκπαιδευτεί, σκεπτόμαστε και λειτουργούμε με την οπτική της θεωρίας των ανθρώπινων συστημάτων και που εργαζόμαστε καθημερινά με ανθρώπους από ευάλωτες ομάδες, θα θέλαμε να μοιραστούμε δημόσια τις θέσεις και τις ανησυχίες μας, τόσο με συναδέλφους και συμπολίτες μας, όσο και με τους ανθρώπους που νομοθετούν και λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις για το κοινωνικό σύνολο.

• Στην εργασία μας με ανθρώπους με αναπηρία καθώς επίσης και με ΛΟΑΤΚΙ+ ανθρώπους, μεταξύ των οποίων συχνά συγκαταλεγόμαστε κι εμείς οι ίδιοι, ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που συζητούμε είναι το ψυχικό φορτίο που φέρουν από τον κοινωνικό στιγματισμό που υφίστανται. Η απαξίωση, οι διακρίσεις, η επιθετικότητα έχουν παγιωθεί στην καθημερινότητά τους. Η αποδοχή είναι ένα σταθερά δύσκολο ζήτημα, πρωτ’ απ’ όλα από τις ίδιες τους τις οικογένειες και στη συνέχεια από το κοινωνικό σύνολο: στην εργασία, στις συναναστροφές, στις ομάδες που ανήκουν.

Ως συστημικά σκεπτόμενοι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, προσεγγίζουμε τα προβλήματα που φέρνουν οι άνθρωποι μέσα από την αλληλεπίδρασή τους με όλα τα συστήματα στα οποία ανήκουν, όπως η οικογένεια, η εργασία, η κοινότητα, το περιβάλλον κ. ά. Εάν δεν υπάρχει το πλαίσιο που θωρακίζει τα δικαιώματα των ανθρώπων, πώς μπορούν εκείνοι να τα υπερασπιστούν αποτελεσματικά; Γιατί να μην διασφαλιστεί κατηγορηματικά ότι δεν επιτρέπεται οι ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωποι κι εκείνοι με αναπηρία να εξευτελίζονται, να λοιδορούνται, να δέχονται επιθετικότητα, να απομονώνονται κοινωνικά; Εμείς αυτό ισχυριζόμαστε στις θεραπείες, με αυτό δουλεύουμε ως αρχή. Σε αυτό παροτρύνουμε τις οικογένειές τους, όταν δέχονται να έρθουν σε συμβουλευτική ή θεραπεία. Θα πρέπει να κρύβουν την ταυτότητά τους για να μην δεχθούν διακρίσεις; Ή στην περίπτωση των αναπήρων, θα πρέπει να παλεύουν για τα δικαιώματά τους, την ίδια στιγμή που παλεύουν σε πάρα πολλά επίπεδα με την αναπηρία τους;

• Στην εργασία μας με τις εξαιρετικά ευάλωτες ομάδες των προσφύγων και μεταναστών, τα πράγματα είναι επίσης δύσκολα: καταρχήν το Μετατραυματικό Στρες είναι η συχνότερη κατάσταση που αντιμετωπίζουμε, αλλά και η πιο αναμενόμενη. Όχι μόνο λόγω της εμπόλεμης κατάστασης στη χώρα τους και των συνθηκών ερχομού τους στη δική μας – που είναι ένα τραύμα από μόνο του – αλλά και λόγω των συνθηκών διαμονής τους εδώ. Είναι πια γνωστό πως πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους τραυματίζονται και κακοποιούνται, ψυχικά και σωματικά, από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους στη χώρα μας, ενώ υπάρχουν πλέον ανάμεσά τους και νεκροί.

Αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να μιλούμε για «ευαλωτότητα» αυτών των ανθρώπων, χωρίς να μιλάμε για Μετατραυματικό Στρες. Η μετανάστευση και η προσφυγιά συγκαταλέγονται στις πιο αγχογόνες ανθρώπινες καταστάσεις, εξ ου και η παγκόσμια κινητοποίηση των ψυχολόγων στις έρευνες για το τραύμα τα τελευταία χρόνια καθώς και η ανάπτυξη ειδικών μοντέλων για την αντιμετώπιση του Μετατραυματικού Στρες.

Η πρόσβαση, ταυτόχρονα, στο εθνικό σύστημα υγείας είναι ένα δικαίωμα που πρέπει να κατοχυρώνεται θεσμικά. Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας γνωρίζουμε ότι οι βασικές ανάγκες για υγεία, τροφή, ασφάλεια αποτελούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για να εργαστούμε στα θέματα ψυχικής υγείας αυτών των ανθρώπων.

Κατά τη γνώμη μας μια «αναθεώρηση» όχι μόνο σε νομικό αλλά και σε επίπεδο αντιλήψεων είναι αναγκαία και θα θέλαμε να παροτρύνουμε σε αυτήν:

• Τους νομοθέτες και τους ανθρώπους στα κέντρα λήψης αποφάσεων να συμμαχήσουν σε μια λογική προάσπισης της ψυχικής υγείας των ανθρώπων που βάλλονται περισσότερο από άλλους σωματικά, κοινωνικά, ψυχικά. Να λειτουργήσουν με τρόπο που να μην δυσχεραίνει την ήδη δύσκολη θέση τους αλλά να την διευκολύνει.
Γνωρίζουμε ότι αυτό δεν είναι τόσο απλό, ωστόσο χρειάζεται να αναζητηθούν τρόποι που να μην εκθέτουν ανεπανόρθωτα τους ανθρώπους αυτούς σε μεγαλύτερο τραύμα.

• Όλους εμάς, τη σκέψη και τη δράση μας όταν συνυπάρχουμε / συνεργαζόμαστε/ συναναστρεφόμαστε ανθρώπους «διαφορετικούς». Αυτοί μπορεί να είναι συγγενείς, συνεργάτες ή φίλοι μας. Μπορεί, επίσης, να πρόκειται για εμάς τους ίδιους στο μέλλον εάν τυχόν μεταναστεύσουμε ή μας συμβεί κάποια αναπηρία.

Η διαφορετικότητα μας αφορά. Δεν είμαστε όμοιοι ο ένας με τον άλλο. Το ότι αρκετά συχνά δεν ανεχόμαστε το διαφορετικό, μπορεί να σημαίνει ότι δεν έχουμε εξοικειωθεί με την πολυπλοκότητά μας ως ανθρώπινα όντα και όχι ότι μας λείπει η κατανόηση και η ανθρωπιά.

Ως συστημικοί θεραπευτές και θεραπεύτριες συχνά εργαζόμαστε με την υπόθεση πως όταν ένα σύστημα δυσλειτουργεί, αντί να αντιμετωπίσει τη δυσλειτουργία του (λ.χ. τους πολέμους στην περίπτωση των προσφύγων) δημιουργεί «ασθενείς» ή «αποδιοπομπαίους τράγους» να κουβαλήσουν τη δυσχέρειά του, να εκτονωθεί εκεί η δυσκολία του. Κατ’ αυτό τον τρόπο δημιουργείται και στη συνέχεια αναπαράγεται μια «κυρίαρχη» ιστορία που δικαιώνει ως «αντικειμενική πραγματικότητα» την παρουσία του «διαφορετικού» ως «αποδιοπομπαίου».

Θα θέλαμε να κλείσουμε αυτή την επιστολή, με την ελπίδα πως οι προβληματισμοί και οι σκέψεις μας θα βρουν ανοιχτούς αισθητήρες, θα προσκαλέσουν σε διάλογο, θα κινητοποιήσουν κάποια κοινωνικά αντανακλαστικά.

Μέλη της ομάδας επαγγελματιών ψυχικής υγείας για τον Ανοιχτό Διάλογο:

Αθηνά Ανδρουτσοπούλου, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Μιρέλλα Βλάσση, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Βίκυ Γκότση, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Κώστας Ζαμάνης, Ψυχίατρος
Ανδρούλα Ηλία, Κλινική Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Φούλα Θαλασσινού, Εργοθεραπεύτρια, Οικογενειακή / Συστημική Θεραπεύτρια
Κία Θανοπούλου, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Ηλίας Καμπούρης, Ψυχίατρος
Χρύσα Κανδύλα, Κοινωνική Λειτουργός, Συστημική Θεραπεύτρια
Χαριτίνη Καρρά, Οικογενειακή / Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Ελεάνα Κουμπή, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Φάνυ Κούρκουλου, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Σμάρω Μάρκου, Κοινωνική Λειτουργός, Οικογενειακή Θεραπεύτρια
Αγγέλα Μούγερ, Εκπαιδευτική Ψυχολόγος, Συστημική Θεραπεύτρια
Ιουλία Μπαλάσκα, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Έφη Οικονόμου, Κοινωνική Λειτουργός, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Αθηνά Πιστικού, Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια
Εύη Φωκά, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια