Στη συντονιστική επιτροπή, της οποίας προεδρεύει ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος, παρουσιάζεται το πρώτο σχέδιο υπολογισμού των νέων αντικειμενικών αξιών από την αρμόδια ομάδα εργασίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες της Καθημερινής, τα μέλη της ομάδας αφού έλαβαν τα απαραίτητα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδας, τους συμβολαιογράφους, αλλά και την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προχώρησαν στη δημιουργία ενός μοντέλου για τον υπολογισμό των τιμών ζώνης με βάση τις πραγματικές αξίες που ισχύουν σήμερα.
Μάλιστα, χρησιμοποίησαν πιλοτικά μια περιοχή των Αθηνών, στην οποία καταγράφεται κάποια κινητικότητα αγοραπωλησιών (συγκριτικά με άλλες περιοχές όπου οι πράξεις αγοραπωλησιών είναι ελάχιστες τα τελευταία χρόνια).
Συγκεκριμένα χρησιμοποίησαν τα στοιχεία τιμών ακινήτων που έχει στη βάση δεδομένων της η Τράπεζα τη Ελλάδας και τα στοιχεία αγοραπωλησιών από την Ενωση Συμβολαιογράφων.
Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν τα στοιχεία μισθώσεων που έχει στη ηλεκτρονική της βάση η ΑΑΔΕ με στόχο να διαπιστώσουν την τιμή ενοικίασης στην εν λόγω εξεταζόμενη περιοχή ανά τετραγωνικό μέτρο, έτσι ώστε να προκύψει, όπως αναφέρουν, μια «υπονοούμενη αξία» των ακινήτων.
Με όλα τα ανωτέρω δεδομένα κατόρθωσαν όπως προαναφέρθηκε να δημιουργήσουν ένα μοντέλο υπολογισμού της τιμής ζώνης σε κάθε περιοχή, το οποίο όμως προς το παρόν έχει εφαρμοστεί μόνο σε μία.
Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας οι πράξεις είναι ελάχιστες, ενώ σε άλλες δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία.
Αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία καθορισμού τιμών ζώνης σε όλη την επικράτεια με το παραπάνω σύστημα είναι εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ακόμα δυσκολότερη είναι η παρακολούθηση της αγοράς με στόχο να τροφοδοτείται η νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα που επιθυμεί να δημιουργήσει το υπουργείο Οικονομικών με τις αξίες των ακινήτων.
Δηλαδή, δεν είναι εφικτό στην παρούσα χρονική στιγμή η αναπροσαρμογή των τιμών της εφορίας με βάση τις πραγματικές τιμές, καθώς δεν υπάρχει ικανό δείγμα πωλήσεων ακινήτων για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και να ληφθούν αποφάσεις για τα ακίνητα σε όλη τη χώρα.
Πάντως, ειδικοί του χώρου επιμένουν ότι σε αυτή τη φάση με την έλλειψη ρευστότητας και τις λιγοστές πράξεις στην αγορά ακινήτων, το πιο συνετό είναι να γίνει μια οριζόντια μείωση των αντικειμενικών αξιών κατά περίπου 20%.
Σε κάθε περίπτωση, η οριζόντια μείωση δεν είναι το ζητούμενο και απέχει από τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές της χώρας όπως αυτή αποτυπώνεται στο μνημόνιο και η οποία προβλέπει την εξίσωση των αντικειμενικών με τις πραγματικές τιμές.
Επιπροσθέτως, η οριζόντια μείωση δεν αντανακλά σε καμία περίπτωση την πραγματική κατάσταση στην αγορά. Και αυτό καθώς κατά μέσον όρο οι αντικειμενικές αξίες είναι μειωμένες έως και 40% από τις πραγματικές. Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις αγοραπωλησιών κατά 70% και πλέον κάτω από την αντικειμενική αξία των ακινήτων.
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που συμπεριλαμβάνονται στο Μητρώο Αξιών Μεταβιβάσεων Ακινήτων, τα οποία δείχνουν την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, όπως επίσης και την αδυναμία υπολογισμού της τιμής ζώνης ανά περιοχή.
Για παράδειγμα, στο Δήμο Μοσχάτου στις 10 Απριλίου 2017 πωλήθηκε ακίνητο 90 τ.μ. τρίτου ορόφου, κατασκευής 1975, έναντι 25.000 ευρώ. Η τιμή ζώνης για το εν λόγω ακίνητο ανέρχεται στα 1.100 ευρώ ανά τ.μ. Δηλαδή η αντικειμενική αξία του ακινήτου είναι περίπου στις 99.000 ευρώ.
Επίσης, διαμέρισμα στην ίδια περιοχή 108,70 τ.μ. του 1982 πωλήθηκε έναντι 65.000 ευρώ. Η αντικειμενική αξία του ακινήτου ανέρχεται στις 119.570 ευρώ.