Guardian : “η πολιτική της Ελλάδας για τους πρόσφυγες είναι φονική. Αποτελεί ευθύνη όλης της Ευρώπης”

Σε δημοσίευμα της ηλεκτρονικής έκδοσης του Guardian, ο Ντάνιελ Τρίλινγκ, συγγραφέας του βιβλίου Lights in the Distance: Exile and Refuge at the Borders of Europe, προχωρά σε μια σκληρή ανάλυση των πολιτικών της ΕΕ για τους πρόσφυγες και το άσυλο, αλλά και σε μια σειρά από δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον της κατάστασης στην γηραιά ήπειρο.

Ο Τρίλινγκ, μάλιστα, δεν διστάζει να χαρακτηρίσει «φονική» την πολιτική της Ελλάδας για το προσφυγικό, αναφερόμενος μεταξύ άλλων στις αλλαγές της νομοθεσίας επί Νέας Δημοκρατίας, αλλά και στα δημοσιεύματα των New York Times για παράνομες επαναπροωθήσεις προς την Τουρκία.

Ωστόσο, όπως τονίζει, τα συγκεκριμένα μέτρα δεν αποτελούν ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, αλλά την έκφραση της γενικότερης τάσης των κρατών της ΕΕ να διεκδικούν μόνο τα δικά τους συμφέροντα στο ζήτημα των μεταναστευτικών ροών, σε βάρος των «ζωνών απομόνωσης», όπως χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων και τη χώρα μας, των ανθρώπινων ζωών που χάνονται στις βάρκες στη μέση της Μεσογείου, αλλά και των ίδιων των αρχών οι οποίες υποτίθεται ότι αποτελούν τα θεμέλια της ένωσης.

Όπως γράφει:

«Ένα ζωτικό τμήμα της διεθνούς νομοθεσίας για τους πρόσφυγες, είναι η αρχή της μη επαναπροώθησης.

Πρόκειται για την ιδέα ότι τα κράτη δεν θα πρέπει να αναγκάζουν τους αιτούντες άσυλο στην επιστροφή σε χώρες όπου κινδυνεύουν.

Σε μια χώρα όπως η Βρετανία, η οποία δεν συνορεύει με κάποια εμπόλεμη ζώνη, οι υπερασπιστές «σκληρότερων» πολιτικών με στόχο την αποτροπή των αιτούντων άσυλο ισχυρίζονται ότι αυτή η αρχή δεν ισχύει στην περίπτωσή τους, από τη στιγμή που οι άνθρωποι που φτάνουν στις ακτές της Βρετανίας έχουν ήδη περάσει από αρκετές ειρηνικές χώρες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους.

Όμως αν κάθε χώρα εστιάσει μόνο στα δικά της συμφέροντα, και συμπεριφερθεί ως εάν οι αιτούντες άσυλο είναι το πρόβλημα κάποιου άλλου, τότε πολύ γρήγορα προκύπτει ένα σύστημα που παγιδεύει ανθρώπους σε καταστάσεις στις οποίες οι ζωές τους βρίσκονται σε κίνδυνο.

Αυτό είναι το σύστημα που γεννήθηκε από την πανικόβλητη αντίδραση της Ευρώπης στην προσφυγική κρίση του 2015. Και τους τελευταίους μήνες, εν μέρει υπό το πρόσχημα των συνθηκών κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έφερε ο κορωνοϊός, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί.

Η αποκάλυψη των New York Times ότι η Ελλάδα επαναπροώθησε κρυφά περισσότερους από 1.000 αιτούντες άσυλο, εγκαταλείποντας πολλούς από αυτούς σε βάρκες στο Αιγαίο, είναι το τελευταίο παράδειγμα μιας βαθιά ανησυχητικής τάσης.

Από το 2015, η Ελλάδα ουσιαστικά χρησιμοποιείται από την υπόλοιπη ΕΕ ως ζώνη απομόνωσης της ανεπιθύμητης μετανάστευσης, εγκαταλείποντας χιλιάδες πρόσφυγες σε ανθυγιεινές συνθήκες ζωής στα camps των νησιών του Αιγαίου και της ενδοχώρας. Την ίδια στιγμή, μια βιαστική συμφωνία της ΕΕ με την Τουρκία, έκανε την τελευταία να δεχτεί να λειτουργήσει ως «συνοριοφύλακας» εκ μέρους της Ευρώπης, εμποδίζοντας τους πρόσφυγες από το να περάσουν στην Ελλάδα με αντάλλαγμα οικονομική βοήθεια και άλλες διπλωματικές υποχωρήσεις.

Φέτος την άνοιξη, εν μέσω κλιμακούμενων γεωπολιτικών εντάσεων, η Τουρκία αποφάσισε να στείλει χιλιάδες μετανάστες προς τα ελληνικά σύνορα, ως εργαλείο άσκησης πίεσης προς την Ευρώπη.

Αυτό προκάλεσε εθνικιστικές αντιδράσεις, και μια σειρά από σκληρά και αμφίβολης νομιμότητας μέτρα προστασίας των συνόρων από την ελληνική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.

Στην αρχή της χρονιάς, οι New York Times είχαν γράψει ότι η Ελλάδα διατηρούσε μυστικό κέντρο κράτησης στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία, με στόχο την διενέργεια απελάσεων με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να δίνει στους ανθρώπους που έφταναν εκεί το περιθώριο αίτησης ασύλου. Οι τελευταίες αποκαλύψεις για τις κινήσεις της χώρας στο Αιγαίο ακολουθούν το ίδιο μοτίβο.

Στην κεντρική Μεσόγειο, όπου πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να προσπαθούν να περάσουν προς την Ευρώπη με βάρκες που έχουν μισθώσει από τη Βόρεια Αφρική, και κυρίως από διακινητές από τη Λιβύη, η Ε.Ε προσπαθεί εδώ και αρκετά χρόνια να βάλει τέλος στη μετανάστευση διακόπτοντας τις επιχειρήσεις διάσωσης.

Συνέπεια αυτού είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι είτε κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν στη θάλασσα, είτε αναγκάζονται να επιστρέψουν στη Λιβύη, μια εμπόλεμη ζώνη όπου τα βασανιστήρια, η καταναγκαστική εργασία και η κακοποίηση των προσφύγων – συχνά στα χέρια Λίβυων αξιωματούχων που η Ε.Ε αντιμετωπίζει ως συνεργάτες – αποτελούν συνηθισμένα συμβάντα.

Φέτος την άνοιξη, η Ιταλία και η Μάλτα, οι χώρες όπου διασώζονται οι περισσότεροι άνθρωποι που επιχειρούν να φτάσουν στην Ευρώπη από αυτή τη διαδρομή (και οι οποίες, όπως και η Ελλάδα, έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί από τους γείτονές τους ως ζώνες απομόνωσης), έκλεισαν τα λιμάνια τους προς τις σωστικές λέμβους με το πρόσχημα ότι δεν αποτελούν πλέον ασφαλή καταφύγια εξαιτίας του κορωνοϊού.

Αν και η Ιταλία έκτοτε έχει επιτρέψει και πάλι σε ορισμένα πλοία να φτάσουν στους κάβους της, η Μάλτα φαίνεται πως αντιμετώπισε την πανδημία ως μια ευκαιρία να δημιουργήσει έναν στόλο από εμπορικά πλοία, τα οποία διακόπτουν την πορεία των μεταναστών και τους παραδίδουν στο λιβυκό λιμενικό.

Σύμφωνα με δημοσίευμα του οργανισμού επιτήρησης της μετανάστευσης, Alarm Phone, η επιφύλαξη της Μάλτας να επιτρέψει την προσάραξη στα λιμάνια της, οδήγησε σε περιστατικό κατά το οποίο βάρκα που μετέφερε περισσότερα από 60 άτομα αφέθηκε να πλέει μεσοπέλαγα για αρκετές ημέρες. Σε αυτό το διάστημα, αρκετοί επιβάτες έχασαν τη ζωή τους.

Θα ήταν εύκολο να αποδώσουμε τις ευθύνες αποκλειστικά στις μεσογειακές χώρες της ΕΕ. Όμως συμπεριφέρονται με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται ως προτιμότερος από τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. «Ευχαριστώ την Ελλάδα που είναι η ευρωπαϊκή μας ασπίδα», δήλωσε η Ούρσουλα Φον ντερ Λέιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τη διάρκεια της ελληνοτουρκικής κρίσης του Μαρτίου.

Αυτό συμπεριλαμβάνει τη Βρετανία, που εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αυτές τις ζώνες απομόνωσης παρά το Brexit.

Καθώς ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν στην Ευρώπη, η χώρα αρνήθηκε να δεχτεί ανήλικα προσφυγόπουλα εγκλωβισμένα στην Ελλάδα, τα οποία είχαν συγγενείς στη Βρετανία, και το νομικό δικαίωμα να επανενωθούν με εκείνους – στάση από την οποία αναγκάστηκε να υποχωρήσει μετά από πιέσεις.

Η σκληρή στροφή στις πολιτικές για τους πρόσφυγες τα τελευταία πέντε χρόνια συνέβη σταδιακά, καθοδηγούμενη από μια σειρά από αντικρουόμενα συμφέροντα: δεξιούς λαϊκιστές που αντιμετωπίζουν την μη-ευρωπαϊκή μετανάστευση ως κίνδυνο για τον πολιτισμό, κεντρώους πολιτικούς που προσπαθούν να κρατήσουν τους λαϊκιστές υπό έλεγχο υιοθετώντας ορισμένες από τις απαιτήσεις τους και μια βιομηχανία ασφάλειας και άμυνας που προσφέρει μια σειρά από υπερσύγχρονες λύσεις, όπως η επιτήρηση μέσω drone που αντικατέστησε τις ναυτικές περιπολίες στη Μεσόγειο.

Όμως είναι πιθανό να επισημοποιηθεί τον επόμενο μήνα, όταν η Κομισιόν αποκαλύψει τη νέα της συμφωνία για τους πρόσφυγες και το άσυλο, η οποία θα μορφοποιήσει την ευρύτερη πολιτική της ένωσης για πολλά χρόνια στο μέλλον. Η τελευταία επιτροπή, που συγκροτήθηκε πέρσι, είναι διαβόητη για τη ρητή παραδοχή του στόχου της να δημιουργήσει θέση επιτρόπου για την «προστασία του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής».

Μια υπεράσπιση αυτής της στροφής μπορεί να στηρίζεται στο ότι η προσφυγική κρίση προκάλεσε αντι-μεταναστευτικό κλίμα σε πολλά μέρη της Ευρώπης, και οι πολιτικοί είναι υποχρεωμένοι να εξισορροπήσουν αντικρουόμενα συμφέροντα – σε αυτή την περίπτωση, την ανάγκη προστασίας ευάλωτων μεταναστών με την επιθυμία ορισμένων ψηφοφόρων για περιορισμό της μετανάστευσης.

Όμως τα μέτρα ασφαλείας αυτού του τύπου είναι ικανά να αλλάξουν θεμελιωδώς τον χαρακτήρα των κρατών που τα προτείνουν.

Έκθεση που δημοσιεύθηκε αυτό το μήνα από το Statewatch, μια Μ.Κ.Ο που επιτηρεί τις πολιτικές ελευθερίες στην ΕΕ, προειδοποιεί για την ανάδυση μιας ευρωπαϊκής «μηχανής απελάσεων»: Η ευρωπαϊκή υπηρεσία των συνόρων, η Frontex, σχεδιάζει να αυξήσει δραστικά την ικανότητά της να βοηθά τα κράτη-μέλη με τις απελάσεις των μεταναστών, η παραμονή των οποίων δεν έχει εγκριθεί.

Αυτή η διεύρυνση, σύμφωνα με τον οργανισμό, αυξάνει τον κίνδυνο «οι πτήσεις απελάσεων που χρηματοδοτούνται και οργανώνονται από την Frontex να απομακρύνουν μετανάστες προς χώρες όπου κινδυνεύουν από βασανιστήρια ή διώξεις», από τη στιγμή που τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι ασυνεπή ως προς τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούν τις αιτήσεις ασύλου των πολιτών. Τα νέα μέτρα επιβολής θα υποστηρίζονται από μεγάλου εύρους συλλογή προσωπικών δεδομένων.

Η ΕΕ οικοδομεί επίσης μια γιγαντιαία νέα βάση βιομετρικών δεδομένων, όπου θα κρατά τις λεπτομέρειες για όλους τους πολίτες τρίτων χωρών που εισέρχονται στη χώρα. Το σχέδιο έχει δεχθεί επικρίσεις τόσο από ειδικούς σε ζητήματα ιδιωτικότητας όσο και από οργανώσεις δικαιωμάτων των μεταναστών.

Κι όμως, τα ευρωπαϊκά κράτη μοιάζουν να βρίσκονται σε άρνηση για το πού μπορεί να καταλήξουν οι πολιτικές τους.

Απαντώντας στην έρευνα των New York Times, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, δήλωσε ότι οι αναφορές για παράνομες επαναπροωθήσεις ήταν «παραπληροφόρηση» και ότι οι πολιτικές της χώρας είναι «σκληρές αλλά δίκαιες».

Από την πλευρά του, η Ίλβα Γγιόχανσον, επίτροπος της ΕΕ, εξέφρασε την ανησυχία της για τις καταγγελίες, όμως τόνισε ότι δεν έχει την εξουσία να διερευνήσει την υπόθεση.

Θα ήταν εύκολο να αντιμετωπίσουμε τα όσα συμβαίνουν στα σύνορα άλλων χωρών ως καθαρά δικό τους ζήτημα, όμως το μοτίβο είναι διεθνές και η διάβρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων που αντιπροσωπεύει θα πρέπει να μας ανησυχεί όλους. Όταν τα κράτη επιλέγουν ακραία μέτρα για να εκδιώξουν τους πρόσφυγες από την επικράτειά τους, η κατάσταση απειλεί να υπονομεύσει ένα ολόκληρο σύστημα που υπάρχει για να τους προστατεύει».

Exit mobile version